ΛΕΝΙΝ: "Η ΚΡΙΣΗ ΩΡΙΜΑΣΕ"
http://www.scribd.com/doc/70919180/%CE%9B%CE%95%CE%9D%CE%99%CE%9D-%CE%97-%CE%9A%CE%A1%CE%99%CE%A3%CE%97-%CE%A9%CE%A1%CE%99%CE%9C%CE%91%CE%A3%CE%95
http://politikokafeneio.com/Forum/viewtopic.php?t=26991
Απόσπασμα από το άρθρο του Χρήστου Κεφαλή «Για
τη
νεοσταλινική
απάρνηση
της
επανάστασης»
1. Ο Άρης και η Βάρκιζα: μερικά ζητήματα αρχών
Τα ιστορικά γεγονότα με τον Άρη είναι γνωστά και δεν χρειάζεται να επαναληφθούν
με
λεπτομέρειες.
Μετά
τη
σύναψη
της
συμφωνίας
της
Βάρκιζας,
με
την
οποία
οι
αγωνιστές
παραδίδονταν
έρμαια
στις
εκδικητικές
διαθέσεις
της
αντίδρασης,
ο
Άρης
αρνήθηκε
να
υποταχθεί
στην
ηγεσία
του
ΚΚΕ
και
να
δεχτεί
την
παράδοση
των
όπλων.
Σε
δημόσιους
λόγους
του
πρόβλεψε
πως
η
συμφωνία
αυτή
θα
γινόταν
υπαίτια
για
το
στραγγαλισμό
του
κινήματος,
θέση
που
υποστήριξε
και
τεκμηρίωσε
επίσης
σε
σημειώματα
προς
την
τότε
κομματική
ηγεσία.
Έπεσε
μαχόμενος
για
τα
ιδανικά
του,
δίνοντας
με
το
ηρωικό
τέλος
του
ένα
παράδειγμα
έμπρακτης
αφοσίωσης
στην
υπόθεση
του
κινήματος.
Η επαναστατική στάση του Άρη συνάντησε την αποδοκιμασία
της
ζαχαριαδικής
ηγεσίας,
που
ανακοίνωσε
τη
διαγραφή
του
στοΡιζοσπάστη στις
16/6/1945, την ίδια μέρα με την εξόντωσή του. Στην ανακοίνωση,
«Η
προδοσία
του
Βελουχιώτη»,
ο
Άρης
κατηγορούνταν
ότι
«από
δειλία
και
φόβο…
απειθαρχεί»
και
«ξαναπροδίδει
το
ΚΚΕ»
και
για
«τυχοδιωκτική
και
ύποπτη
δράση»
που
ευνοεί
την
αντίδραση.
Ταυτόχρονα,
του
καταλογιζόταν
το
αμάρτημα
ότι
με
την
εναντίωσή
του
στη
Βάρκιζα
παραβίαζε
τη «δημοκρατική
εσωκομματική
πειθαρχία». Ανάλογες συκοφαντίες
εκτοξεύθηκαν
από
την
ηγεσία
Ζαχαριάδη
και
αργότερα,
στην
3η
Συνδιάσκεψη
του
1950.
Σήμερα η τωρινή ηγετική ομάδα, με τις αποφάσεις που δόθηκαν στη δημοσιότητα,
έρχεται
μετά
από
66 χρόνια,
σαν
νέος
Επιμηθέας,
να
παραδεχτεί
αυτό
που
εδώ
και
δεκαετίες
ξέρει
όλος
ο
κόσμος:
ότι
ο
Άρης
είχε
δίκιο
στην
πολιτική
του
εκτίμηση
και
στάση
απέναντι
στη
Βάρκιζα.
Προβαίνοντας
σε
αυτή
τη
μεγαλόψυχη
αναγνώριση
όμως,
διατηρεί
ταυτόχρονα
την
ουσία
της
απόφασης
του
1945 για
την
καταδίκη
του
Άρη
και
αρνείται
να
τον
αποκαταστήσει
κομματικά,
με
το
ίδιο
ακριβώς
επιχείρημα,
ότι
παραβίασε
την
κομματική
πειθαρχία.
Όπως
λένε:
«Η Πανελλαδική
Συνδιάσκεψη
αποφασίζει
την
επίσημη
πολιτική
αποκατάσταση
του
Άρη
Βελουχιώτη.
Θεωρεί
ότι
είχε
δίκιο
ως
προς
την
εκτίμηση
που
έκανε
για
τη
Συμφωνία
της
Βάρκιζας.
Παράλληλα
η
Πανελλαδική
Συνδιάσκεψη
σημειώνει
ότι
η
διαφωνία
του
Άρη
με
τη
Συμφωνία
της
Βάρκιζας
δε
δικαιώνει
τη
στάση
του
απέναντι
στη
συλλογική
θέση
του
Κόμματος
και
την
παραβίαση
από
αυτόν
της
κομματικής
πειθαρχίας,
καθώς
και
την
αξιοποίηση
από
τον
Άρη
της
φήμης
και
του
σεβασμού
που
είχε
κατακτήσει
την
προηγούμενη
περίοδο
ως
καπετάνιος
του
ΕΛΑΣ
και
στέλεχος
του
ΚΚΕ.
Η
στάση
του
αυτή,
που
αποτέλεσε
ρήξη
με
τη
θεμελιώδη
αρχή
του
δημοκρατικού
συγκεντρωτισμού,
δεν
καθιστά
δυνατή
τη
μετά
θάνατο
αποκατάσταση
και
της
κομματικής
του
ιδιότητας»1.
Το υποκείμενο σκεπτικό, τόσο της απόφασης του 1946 όσο και της τωρινής, είναι η θέση ότι η συμμόρφωση με την κομματική γραμμή είναι υποχρεωτική
σε
όλες
τις
περιπτώσεις,
απέναντι
σε
κάθε
πολιτική,
ακόμη
και
προδοτική,
λόγω
της
λεγόμενης
αρχής
του
“δημοκρατικού
συγκεντρωτισμού”.
Για
το
σταλινισμό
γενικά,
η
φετιχοποίηση
της
οργανωτικής
μονολιθικότητας
ως
αυτοσκοπού
είχε
και
έχει
το
χαρακτήρα
ενός
αυτονόητου
αξιώματος,
όντας
δήθεν
συνώνυμη
με
την
κομμουνιστική
στράτευση
και
την
κομματικότητα.
Βεβαιώνεται
έτσι
ότι
η
κομματική
πειθαρχία
και
η
υποταγή
στην
άποψη
της
πλειοψηφίας
είναι
η
ανώτατη
κομμουνιστική
αρχή
και
ότι
σε
καμιά
απολύτως
περίπτωση
δεν
δικαιολογείται
το
σπάσιμο
της
πειθαρχίας.
Αυτή η προϋπόθεση,
που
δεν
τολμούν
να
τη
δηλώσουν
ρητά,
βρίσκεται
στη
βάση
και
των
δυο
αποφάσεων
για
τον
Άρη,
του
1945 και
του
2011. Οι
αποφάσεις
στέκουν
έτσι
από
την
άποψη
του
μαρξισμού
μόνο
αν
μπορεί
να
τεκμηριωθεί,
με
αναφορά
στη
μαρξιστική
παράδοση,
ότι
όντως
αληθεύει
η
παραπάνω
πρόταση.
Τίποτα
όμως
δεν
απέχει
πιο
πολύ
από
την
αλήθεια.
Μια πρώτη παρατήρηση εδώ είναι ότι αν γινόταν δεκτή η απόλυτη, άνευ όρων ισχύς της πειθαρχίας,
τότε
στην
περίπτωση
του
Άρη
οδηγούμαστε
σε
ένα
κραυγαλέο
παράδοξο:
η
πολιτικά
σωστή
επαναστατική
στάση
της
εναντίωσής
του
στη
Βάρκιζα
(την
ορθότητα
της
οποίας
αναγνωρίζουν
φραστικά
με
καθυστέρηση
66 χρόνων
στο
ΚΚΕ)
να
είναι
ταυτόχρονα
και
στάση
“αντικομματική”.
Από
δω
συνάγεται
η
ύπαρξη
μιας
ριζικής
αντίθεσης
ανάμεσα
στο
επαναστατικό
και
το
“κομματικό”,
ότι
σε
ένα
κόμμα
που
στις
διακηρύξεις
του
ευαγγελίζεται
την
επανάσταση,
μπορούσε
να
είναι
κανείς
“κομματικός”
μόνο
συμμορφούμενος
με
μια
πολιτική
που
κατέστρεφε
την
επανάσταση,
και
ότι
από
τη
στιγμή
που
στρεφόταν
εναντίον
της
πήγαινε
ενάντια
στο
κόμμα.
Αλλά πέρα από τον παραλογισμό,
η
αλήθεια
είναι
ότι
στη
μαρξιστική
παράδοση
δεν
υπάρχει
τίποτα
που
να
επιβεβαιώνει
τον
οργανωτικό
φετιχισμό,
τη
μετατροπή
των
οργανωτικών
αρχών
σε
υπέρτατο
μέτρο
και
κριτήριο
της
κομματικότητας.
Απεναντίας,
οι
κλασικοί
του
μαρξισμού,
αντιτάσσονταν
πάντα
σε
μια
τέτοια
θεώρηση,
δίνοντας
προτεραιότητα
στα
ουσιαστικά
πολιτικά
ζητήματα
και
ορίζοντας
το
τι
είναι
“κομματικό”
με
βάση
την
εκτίμηση
της
κατάστασης
και
όχι
κάποιες
αφηρημένες,
σχολαστικές
ψευδο-αρχές που ισχύουν ανεξαρτήτως
περιστάσεων.
Ο Λένιν ιδιαίτερα τόνιζε αδιάλειπτα ότι τελικό κριτήριο για τη στάση των κομμουνιστών
είναι
η
ανταπόκριση
στο
αντικειμενικό
συμφέρον
του
κινήματος.
«Ο
τυπικός
δημοκρατισμός»,
έλεγε,
«πρέπει
να
υποτάσσεται
στην
επαναστατική
σκοπιμότητα»2.
Αυτό
σημαίνει
ότι
γενικά,
και
ακόμη
περισσότερο
σε
καίριες
στιγμές,
όταν
κρίνεται
η
τύχη
της
επανάστασης,
είναι
δικαίωμα
και
καθήκον
των
κομμουνιστών
να
αντιτάσσονται
σε
μια
καταστροφική
για
το
κίνημα
πολιτική,
όπως
η
συμφωνία
της
Βάρκιζας,
ακόμα
και
αν
αυτή
έχει
την
υποστήριξη
της
κομματικής
ηγεσίας
ή
της
πλειοψηφίας
των
οργάνων.
Κριτήριο
του
κομματικά
ορθού
δεν
είναι
τότε
ο
τυπικός
δημοκρατισμός,
δηλαδή
η
αρχή
της
πλειοψηφίας,
αλλά
η
ανταπόκριση
στην
επαναστατική
σκοπιμότητα,
το
πραγματικό
συμφέρον
του
κινήματος.
Ο Λένιν διατύπωσε με σαφήνεια, στην ίδια συζήτηση για τα συνδικάτα, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες η παραβίαση της πειθαρχίας είναι όχι μόνο θεμιτή αλλά και επιβεβλημένη:
«Αν όμως υπάρχουν ριζικές και βαθιές διαφωνίες αρχών –μπορεί να μας πει κανείς– μήπως αυτές δεν δικαιολογούν
ακόμη
και
τις
πιο
έντονες
και
φραξιονιστικές
εκδηλώσεις;
Αν
πρέπει
να
πει
κανείς
κάτι
το
καινούργιο
και
το
ακατανόητο,
μήπως
αυτό
δεν
δικαιολογεί
κάποτε
ακόμη
και
τη
διάσπαση;
Φυσικά
τη
δικαιολογεί,
όταν
οι
διαφωνίες
είναι
πραγματικά
εξαιρετικά
βαθιές
και
αν
δεν
μπορεί
να
επιτευχθεί
με
άλλο
τρόπο
η
διόρθωση
της
λαθεμένης
κατεύθυνσης
της
πολιτικής
του
Κόμματος
ή
της
εργατικής
τάξης»3.
Η τελευταία πρόταση του Λένιν δίνει το πραγματικό μαρξιστικό μέτρο με το οποίο πρέπει να κριθεί η στάση του Άρη, να εκτιμηθεί δηλαδή το αν η συγκεκριμένη
περίπτωση
ήταν
τέτοια
που
να
δικαιολογεί
την
παραβίαση
της
πειθαρχίας.
Ο πρώτος όρος που θέτει Ο Λένιν, να είναι η διαφωνία εξαιρετικά βαθιά και σοβαρή, προφανώς ισχύει αναφορικά με το θέμα της Βάρκιζας. Ο δεύτερος όρος, να μην υπάρχει άλλος τρόπος για να διορθωθεί η λαθεμένη κομματική πολιτική, είναι επίσης αληθινός. Ο Άρης, πριν σπάσει την πειθαρχία, προσπάθησε επίμονα να λύσει το ζήτημα στα πλαίσια των κομματικών διαδικασιών,
με
γράμματα
που
έστελνε
στην
ηγεσία,
κ.λπ., όμως οι ενέργειές του αυτές αγνοήθηκαν και δεν έλαβε καμιά απάντηση. Εξάλλου, η ίδια η απόφαση της καταγγελίας
του
από
τη
ζαχαριαδική
ηγεσία,
με
όσα
του
προσάπτει,
δεν
αφήνει
κανένα
περιθώριο
αμφιβολίας
για
το
ποια
ήταν
η
πρακτική
στάση
της
ηγεσίας
απέναντί
του.
Από αυτά και μόνο προκύπτει ότι η στάση του Άρη ήταν όχι μόνο πολιτικά αλλά και κομματικά απόλυτα δικαιολογημένη.
Μια συγκεκριμένη αναφορά στα ιστορικά γεγονότα θα δείξει παραπέρα ότι η στάση του Άρη ήταν απόλυτα δικαιολογημένη
ακόμη
και
από
την
άποψη
του
πιο
στενού
τυπικού
δημοκρατισμού
και
ότι
εκείνος
που
ενεργούσε
αντιδημοκρατικά
στη
δοσμένη
περίπτωση,
παραβιάζοντας
συστηματικά
κάθε
έννοια
εσωκομματικής
δημοκρατίας
όχι
μόνο
απέναντι
στον
Άρη
αλλά
και
συνολικά
στο
κόμμα,
ήταν
η
ίδια
η
ηγεσία
του
ΚΚΕ.
Χωρίς να μπούμε σε λεπτομέρειες,
αρκεί
να
ρίξουμε
μια
ματιά
στις Αναμνήσεις του Γ. Ιωαννίδη, μέλους του ΠΓ του ΚΚΕ και συνκαθοδηγητή
του
στα
χρόνια
της
κατοχής
μαζί
με
τον
Σιάντο.
Ο
Ιωαννίδης
επιβεβαιώνει
εκεί
ότι
ο
Σιάντος
παρέκαμψε
πλήρως
την
ΚΕ
και
το
ΠΓ
στην
αποφάσιση
της
ένοπλης
σύγκρουσης
το
Δεκέμβρη
και
ότι
πάνω
στο
θέμα
αυτό
δεν
υπήρξε
καμιά
κομματική
συζήτηση
και
απόφαση.
Ο
ίδιος
παραθέτει
τη
μνημειώδη
απάντηση
του
Σιάντου
ότι
η
διοίκηση
της
ΚΕ
του
ΕΛΑΣ,
μετά
την
εκδίωξη
του
Άρη
στην
Ήπειρο,
ανατέθηκε
στους
Μάντακα
και
Χατζημιχάλη,
επειδή
ήταν
άβουλοι
και
δεν
θα
έφερναν
καμιά
αντίρρηση
στην
ηγεσία:
«Ήξερα ότι ο Γιώργης έκανε την Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ, αλλά νόμιζα ότι την έκανε μετά από το συλλαλητήριο
της
3ης
του
Δεκέμβρη.
Τώρα
μαθαίνω
ότι
την
1η
του
Δεκέμβρη
έκανε
την
ΚΕ
του
ΕΛΑΣ
και
έστειλε
και
τις
ανάλογες
διαταγές.
Έτσι
δεν
έγινε
αυτό
που
θάπρεπε
να
γίνει.
Αυτό
που
θα
έκανε
κάθε
μαρξιστικό
κόμμα.
Εμφύλιο
πόλεμο,
χωρίς
απόφαση
του
Πολιτικού
Γραφείου,
έστω
του
Πολιτικού
Γραφείου
που
νάναι
όλοι
μαζί.
Εμφύλιο
πόλεμο,
χωρίς
να
ξέρει
η
Κεντρική
Επιτροπή
ότι
γίνεται
εμφύλιος
πόλεμος…
Ο Σιάντος τι έλεγε, γιατί την έκανε την Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ; Δε σου απάντησε;
Πώς. Η απάντηση είναι κλασική. Ρώτα και τη Δόμνα που ήταν εκεί να σου πει.
- Πήρα μου λέει, τον Χατζημιχάλη,
γιατί
αυτός
ποτέ
δεν
έχει
γνώμη,
πήρα
και
τον
Μάντακα,
ο
οποίος
ό,τι λέω μ’ ακούει. Συνεπώς, ό,τι θέλουμε εμείς θα κάνουμε»4.
Ας σημειωθεί ότι ο Ιωαννίδης μνημονεύει την παραπάνω απάντηση του Σιάντου και στην ομιλία του στην 3η Συνδιάσκεψη
του
ΚΚΕ,
τα
πρακτικά
της
οποίας
εκδόθηκαν
πρόσφατα
από
το
ΚΚΕ:
«Όταν ο Σιάντος π.χ. πήρε μόνος του την απόφαση ν’ αρχίσει τον ένοπλο αγώνα το Δεκέμβρη του 1944, χωρίς να ρωτήσει το ΠΓ εμείς τι κάναμε;… Αφήσαμε το Χατζημιχάλη
στην
ΚΕ
του
ΕΛΑΣ
γιατί
ήταν
ανθρωπάκος,
χωρίς
γνώμη,
σύμφωνα
με
τα
ίδια
τα
λόγια
του
Σιάντου,
το
Μάντακα
γιατί
άκουγε
το
Σιάντο
και
την
ΚΕ
του
ΕΛΑΣ,
για
να
διευθύνουν
αυτοί
τον
αγώνα»5.
Η δήλωση του Ιωαννίδη δεν αμφισβητήθηκε
ούτε
σχολιάστηκε
από
κανέναν
στην
3η
Συνδιάσκεψη
ή
αργότερα.
Είναι
επομένως
σαφές
ότι
απέναντι
σε
μια
ηγετική
ομάδα
που
ενεργούσε
με
τέτοιο
αυθαίρετο
τρόπο,
παρακάμπτοντας
το
υπόλοιπο
Πολιτικό
Γραφείο
και
την
Κεντρική
Επιτροπή
πάνω
στο
κεφαλαιώδες
ζήτημα
της
εξέγερσης,
ο
Άρης
είχε
κάθε
δικαίωμα
να
σπάσει
την
πειθαρχία,
και
ότι
η
στάση
του
ήταν
απόλυτα
σωστή
από
κάθε
άποψη.
Η στάση του Άρη δεν παραβίαζε, λοιπόν, καμιά κομματική αρχή, αλλά συμβάδιζε απόλυτα με το πραγματικό συμφέρον του κινήματος και τις πραγματικές
αρχές
και
τους
σκοπούς
του
κομμουνιστικού
κόμματος,
τις
οποίες
ευτέλιζε
η
τότε
ηγεσία.
Και
αυτό
δεν
είναι
παράξενο.
Στα
μεγάλα
ιστορικά
θέματα,
οι
επαναστατικές
και
οι
κομμουνιστικές
αρχές,
το
συμφέρον
του
κινήματος
και
το
συμφέρον
του
κόμματος,
συμπίπτουν·
δεν
μπορεί
να
είναι
σε
διάσταση
μεταξύ
τους.
Με
το
υψηλό
επαναστατικό
του
πρότυπο,
ο
Άρης
συμπύκνωσε
αυτή
την
ενότητα
και
έδωσε
ένα
μέτρο
για
τις
μελλοντικές
πράξεις
και
διακηρύξεις
στο
κομμουνιστικό
κίνημα
της
χώρας
μας.
Στην ιστορία του κομμουνιστικού
κινήματος
θα
βρούμε
λίγα
παραδείγματα
υψηλής
κομματικής
στάσης
όπως
εκείνο
του
Άρη
απέναντι
στη
Βάρκιζα.
Ένα
από
αυτά
δόθηκε
από
τον
ίδιο
τον
Λένιν,
όταν
τις
παραμονές
του
Οκτώβρη
παραιτήθηκε
από
την
ηγεσία
των
Μπολσεβίκων,
για
να
κάμψει
τις
ταλαντεύσεις
και
τους
δισταγμούς
της
στο
ζήτημα
της
κατάληψης
της
εξουσίας.
Σε
γράμμα
του
προς
την
ΚΕ
ο
Λένιν
δικαιολόγησε
ως
εξής
τη
στάση
του:
«Να αποφύγουμε να πάρουμε την εξουσία τώρα… σημαίνει να καταδικάζουμε
την
επανάσταση σε αποτυχία. Παίρνοντας υπόψη το γεγονός ότι η Κεντρική Επιτροπή έχει ακόμη αφήσει αναπάντητες τις επίμονες απαιτήσεις που έχω κάνει για μια τέτοια πολιτική από την αρχή της Δημοκρατικής Συνδιάσκεψης, παίρνοντας υπόψη το γεγονός ότι το κεντρικό όργανο διαγράφει από τα άρθρα μου κάθε αναφορά σε τέτοια κραυγαλέα λάθη από την πλευρά των Μπολσεβίκων,
όπως η επαίσχυντη απόφαση να συμμετάσχουμε
στοΠροκοινοβούλιο... είμαι υποχρεωμένος να το θεωρήσω αυτό ως μια “λεπτή” υπόνοια για την απροθυμία της Κεντρικής Επιτροπής, ακόμη και να εξετάσει αυτό το ζήτημα, ένα λεπτό υπαινιγμό να κρατήσω το στόμα μου κλειστό, και ως μια πρόταση για μένα να αποσυρθώ…Είμαι υποχρεωμένος
να υποβάλω την παραίτησή μου από την Κεντρική Επιτροπή, το οποίο κάνω με το παρόν, επιφυλάσσοντας για τον εαυτό μου την ελευθερία να διεξάγω καμπάνια ανάμεσα στη βάση του Κόμματος και στο συνέδριο του Κόμματος. Γιατί είναι βαθιά μου πεποίθηση ότι αν “περιμένουμε” για το Συνέδριο των Σοβιέτ και αφήσουμε την παρούσα στιγμή να περάσει, θα καταστρέψουμε την επανάσταση»6.
Ο Λένιν παραβίασε λοιπόν την πειθαρχία σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή, δηλώνοντας την παραίτησή του από την ΚΕ και ότι θα απευθυνθεί στη βάση του κόμματος. Το δικαιολόγησε
όμως
με
την
απαίτηση
να
μην
καταστραφεί
η
επανάσταση,
που
είναι
πάνω
από
οποιαδήποτε
πειθαρχία.
Η στάση του Άρη ανταποκρίνεται
πλήρως
στο
πρότυπο
του
Λένιν.
Όπως
ο
Λένιν,
ο
Άρης,
επέλεξε
το
δρόμο
να
παραιτηθεί
από
κάθε
αξίωμα
και
να
απευθυνθεί
στη
βάση
του
Κόμματος
και
τους
απλούς
αγωνιστές
του
κινήματος.
Υπεράσπισε
την
επαναστατική
σκοπιμότητα,
να
ανατραπεί
η
Βάρκιζα
για
να
σωθεί
το
κίνημα
από
την
καταστροφή,
με
τον
τρόπο
που
επέβαλαν
οι
περιστάσεις
και
η
εσωκομματική
κατάσταση
στο
ΚΚΕ.
Και
κάνοντάς
το
αυτό
έδειξε
πραγματική
ανιδιοτέλεια
και
αφοσίωση
στο
κόμμα
και
το
κίνημα
εκείνη
ακριβώς
τη
στιγμή
που
πρέπει
πάνω
απ’
όλα
να
τη
δείχνει
κάθε
κομμουνιστής:
τη
στιγμή
που
κρίνονται
οι
τύχες
της
επανάστασης.
Εκείνοι που δεν έδειξαν απολύτως τίποτα τέτοιο ήταν η τότε ηγεσία του ΚΚΕ, που με την πολιτική της παρέδωσε το κίνημα στην αντίδραση. Όσο για την καταδίκη του Άρη από μέρους της, ως “τυχοδιώκτη”
και
“προδότη”,
θα
αποτελεί
αιώνιο
μνημείο
της
μικροπρέπειας
των
σταλινικών
αρχηγών
που,
προφασιζόμενοι
το
κίνημα,
στην
πράξη
ενδιαφέρονταν
μόνο
για
τις
ηγετικές
τους
θέσεις.
Τηρουμένων
των
αναλογιών,
είναι
σαν
να
διέγραφαν
οι
Μπολσεβίκοι
τον
Λένιν
όταν
παραιτήθηκε
παραμονές
του
Οκτώβρη
και,
αφού
κατέστρεφαν
το
κίνημα,
να
ανακάλυπταν
μετά
ότι
ο
Λένιν
ήταν
ο
“προδότης”
και
ο
φταίχτης
κάθε
συμφοράς.
Αυτό ακριβώς, που δεν το έκαναν τότε οι Μπολσεβίκοι,
κάνει
σήμερα
η
νεοσταλινική
ηγεσία
του
ΚΚΕ.
Αρνούμενη
να
αποκαταστήσει
κομματικά
τον
Άρη
για
την
“απειθαρχία”
του
στη
Βάρκιζα,
διαγράφει
από
το
κόμμα
όχι
μόνο
τον
Άρη
αλλά
και
τον
Λένιν.
Δηλώνει
ότι
η
ενέργεια
του
Λένιν
να
παραιτηθεί
από
την
ηγεσία
τις
παραμονές
της
εξέγερσης
για
να
προλάβει
μια
ανάλογη
αρνητική
εξέλιξη,
ήταν
ενέργεια
αντικομματική·
ότι
σε
ένα
κόμμα
όπως
το
ΚΚΕ
δεν
θα
είχε
και
δεν
έχει
θέση
ο
Λένιν.
Με
αυτό
τον
τρόπο
επιβεβαιώνει
την
πλήρη
έλλειψη
μαρξιστικών,
κομμουνιστικών
αρχών
του
νεοσταλινισμού.
Αυτό που δεν θέλει βέβαια να δει η ηγεσία του ΚΚΕ είναι ότι δεν χρειάζεται κομματική αποκατάσταση
ο
Άρης.
Είναι
ότι
αποκατάσταση
χρειάζεται
η
ίδια,
και
ότι
έχει
περάσει
πια
ο
καιρός
για
τη
δική
της
αποκατάσταση.
Γιατί
πραγματικά,
όσοι
δεν
έχουν
το
σθένος
μετά
από
66 χρόνια,
και
μια
20ετία
πλήρους
κυριαρχίας
τους
στο
ΚΚΕ,
να
παραδεχτούν
ότι
ο
Άρης
υπεράσπισε
την
επαναστατική
σκοπιμότητα
και
είχε
κομματικά
δίκιο,
πιστοποιούν
ότι
δεν
έχουν
τα
φόντα
όχι
απλά
για
αρχηγοί,
αλλά
ούτε
για
μέλη
του
κόμματος
της
εργατικής
τάξης·
ότι
τους
λείπουν
το
ήθος
και
η
αίσθηση
ευθύνης
απέναντι
στην
υπόθεση
του
κινήματος
που
πρέπει
να
διακρίνουν
τους
κομμουνιστές.