ΓΙΑ ΤΟΝ ΦΟΡΕΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΝΟΣ ΛΑΪΚΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ
ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ
Για τον
φορέα και το πρόγραμμα ενός λαϊκού μετώπου ανατροπής του μνημονιακού
καθεστώτος.
1. Αριστερός θα
πει η δράση σου και οι σκοποί που θέτεις να στοχεύουν σε τέτοιες βαθιές αλλαγές στη συνείδηση των
πλατιών λαϊκών μαζών και στην κοινωνική πραγματικότητα, όσες και όποιες
επιτρέπουν η σημερινή πραγματικότητα και οι σημερινές συγκεκριμένες πραγματικές
δυνατότητες (Σημειώσεις, 1, σελ. 13), που γνωρίζοντάς τες σε βάθος,
μπορούμε να παρεμβαίνουμε στην αντικειμενική πορεία των πραγμάτων και να
δημιουργούμε τεχνητά τις κατάλληλες συνθήκες, ώστε να επιταχύνουμε ή να
φρενάρουμε τη μεταμόρφωσή τους σε πραγματικότητα.
Οι
προτάσεις της πραγματικής αριστεράς πρέπει να στηρίζονται στις δυνατότητες που
υπάρχουν σήμερα. Στις συγκεκριμένες πραγματικές δυνατότητες που ζούνε μπορούμε
να πούμε, στο εσωτερικό της πραγματικότητας, κυοφορούνται απ αυτή. Αλλά για να πραγματοποιηθούν χρειάζεται
δουλειά. Δεν είναι έτοιμες. Πρέπει να τις "ζωντανέψουμε". Αυτό δεν
έρχεται σε αντίθεση με τη θέση ότι η μαρξιστική τακτική στηρίζεται στα
γεγονότα, γιατί αυτές τις δυνατότητες τις ανιχνεύουμε μελετώντας ακριβώς τα
γεγονότα, την πραγματικότητα. Δεν τις βγάζουμε απ τη θεωρία ή από ιδανικά (Σημειώσεις,
1Α, σελ. 20).
Απ την
άλλη, η πολιτική είναι παιχνίδι σε σκακιέρα, όπου συνυπάρχουν οικονομικές,
πολιτικές, γεωπολιτικές, ανθρωπογεωγραφικές κλπ δυναμικές εξελίξεις και
συγκρούσεις δυνάμεων. Επειδή είναι τόσο πολύπλοκη η σκακιέρα, το νόημα της
πολιτικής δεν αφορά "στρατηγικά σχέδια" κατασκευασμένα στο νου,
"έτοιμες λύσεις" που προσφέρουμε στις μάζες, προφητείες που περήφανοι
παρακολουθούμε να επαληθεύονται, αλλά, εντοπισμό ώριμων προς επίλυση (έστω και
ενδιάμεσων ως προς τους στρατηγικούς σκοπούς) στόχων, χρησιμοποιώντας ή/και
συμμετέχοντας σε μπλοκ δυνάμεων ικανών να επηρεάζουν τις άμεσες εξελίξεις.
"Ο κομμουνισμός δεν είναι μια
κατάσταση πραγμάτων που πρέπει να εγκαθιδρυθεί, ένα ιδεώδες που σ αυτό πρέπει
να προσαρμοστεί η πραγματικότητα. Ονομάζουμε κομμουνισμό την πραγματική κίνηση
που καταργεί τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων. Οι όροι αυτής της κίνησης
προκύπτουν απ τις προϋποθέσεις που τώρα υπάρχουν".
Κ. Μάρξ, "Γερμανική Ιδεολογία".
Ειδικά
στον τομέα της δημοκρατίας, οι σημερινές συγκεκριμένες πραγματικές δυνατότητες είναι τεράστιες
(σχετικά, δείτε το ντοκιμαντέρ US NOW, https://www.youtube.com/watch?v=CT8WbKSPUa8). Ο
καπιταλισμός, όχι μόνο δεν έχει χρησιμοποιήσει την τεχνολογία και τις σημερινές
δυνατότητες των ανθρώπων για να
προωθήσει τη δημοκρατία, αλλά αντίθετα, χρησιμοποιεί τα πάντα για να
υποδουλώσει και να ελέγξει τους ανθρώπους.
Μόνο ένα
επαναστατικό κίνημα μπορεί να διαμορφώσει και να επιβάλλει τα αιτήματα που
προωθούν τη δημοκρατία. Και πρώτα-πρώτα πρέπει τα αιτήματά του να τα δοκιμάσει
στον δικό του χώρο, στη δική του οργάνωση, στους δικούς του ανθρώπους. Ιδού
πεδίο δόξης λαμπρό.
Κ. Μαρξ ("Θέσεις για τον
Φόϋερμπαχ"): "Οι περιστάσεις αλλάζουν απ τους ανθρώπους, και ο
παιδαγωγός πρέπει κι ο ίδιος να διαπαιδαγωγηθεί".
Δεν
μπορεί να έχουν σχέση με την πραγματική αριστερά του σήμερα, όποιοι αναμασούν
και κλίνουν σ όλες τις πτώσεις το "σοσιαλισμό" ή τον "κομμουνισμό"
και υπερπηδούν εμπόδια, ενδιάμεσους σταθμούς, στάδια ή ακόμα κι εποχές, ή
"σκέφτονται με κουτάκια". Αριστερός θα πει να σκέφτεσαι όπως ο Λένιν (Σημειώσεις,
2, σελ. 22).
2. Αν προσπεράσουμε τις κορώνες του Τσίπρα,
που έλεγε για προεκλογική κατανάλωση, ότι "στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια
του μνημονίου αμφισβητείται η ίδια η δημοκρατία και ο τυπικός αστικός
κοινοβουλευτισμός... το ίδιο το σύνταγμα έχει καταστεί ένα "πουκάμισο
αδειανό"... έχει καταπατηθεί σχεδόν κάθε έννοια έννομης τάξης", θα
δούμε ότι όχι μόνο ο Τσίπρας, αλλά και οι αποχωρήσαντες απ τον ΣΥΡΙΖΑ και άλλοι
αριστεροί, δεν αμφισβητούν επί της ουσίας τη "δημοκρατική" ουσία του
σημερινού καθεστώτος. Τους πειράζουν μόνο οι "υπερβολές" των
μνημονιακών χρόνων.
Μα
ακριβώς εκεί βρίσκεται το κουμπί του ζητήματος: στις υπερβολές των μνημονιακών
χρόνων αποκαλύφθηκε η ουσία του
καθεστώτος: ότι η δημοκρατία και η νομιμότητα είναι παιχνίδια στα χέρια της
άρχουσας τάξης, που τις τεντώνει κάθε φορά που έχει ανάγκη, όχι μόνο μέχρι τα
όριά τους ή και πέρα από αυτά, αλλά και μέχρι του σημείου να παρουσιάζει το
μαύρο για άσπρο (εφόσον βεβαίως δεν βρίσκει αντίσταση σ αυτό).
Θυμηθείτε
πως έκρινε το ανώτατο δικαστήριο ότι το πρώτο μνημόνιο δεν είναι διεθνής
σύμβαση. Θυμηθείτε τις υπογραφές των προέδρων της δημοκρατίας στους νόμους και
τα προεδρικά διατάγματα των χρόνων των μνημονίων (αυτοί που ορκίζονται πριν
αναλάβουν τα καθήκοντά τους "να φυλάσσουν το Σύνταγμα και τους νόμους , να
μεριμνούν για την πιστή τους τήρηση, να υπερασπίζονται την εθνική ανεξαρτησία
και την ακεραιότητα της χώρας, να προστατεύουν τα δικαιώματα και τις ελευθερίες
των Ελλήνων"). Θυμηθείτε τις (αμέτρητες) πράξεις νομοθετικού περιεχομένου.
Θυμηθείτε τον Στουρνάρα και τις συσκέψεις του με τον ΠτΔ και τους πρώην
πρωθυπουργούς για να διασφαλίσουν τη μη
έξοδο απ το ευρώ (μόνο που δεν βγήκε κανένας εισαγγελέας στο "γυαλί"
να τον συγχαρεί για την "πρωτοβουλία" του). Θυμηθείτε την απόπειρα
εξαγοράς του Π. Χαϊκάλη και τη συγκάλυψή της. Σε έρευνα της
"Καθημερινής" (μιας καθ όλα καθεστωτικής εφημερίδας) του 2001,
αναφέρονταν ότι ανώτατοι δικαστικοί (ονομαστικά) θέτουν επί τάπητος ζήτημα εκ
βάθρων αναμόρφωσης και εκκαθάρισης της Δικαιοσύνης, που χαρακτηρίζονταν σαν
"κοινωνική τερατογένεση, που μας ταλαιπώρησε επί δεκαετίες" και που
ελέγχεται απ την πολιτική εξουσία, και ότι η βαριά παραβατικότητα προέρχεται απ
τους φορείς της πολιτικής εξουσίας και απ τους "βαρώνους" και τους
παρατρεχάμενους της οικονομικής παραεξουσίας κ.α., κ.α.
Προσέξτε
την παρέμβασή τους στο δημοψήφισμα. Μέχρι και τον αρχιεπίσκοπο έβαλαν να κάνει
δήλωση, και τον τελευταίο "ευρωπαίο" του τελευταίου φορέα που
μπορούσαν να ελέγχουν, τον έσπρωξαν να δηλώσει την υποστήριξή του στο ΝΑΙ.
Φανταστείτε
τώρα να έχουμε πραγματικές πράξεις απαγκίστρωσης της χώρας απ το σημερινό
καθεστώς και την ΕΕ... θα κινήσουν το σύμπαν και όχι μόνο...
Τι
μπορεί να κάνει μια κυβέρνηση αλλαγής σε μια τέτοια κατάσταση;
Επαρκούν
οι κομματικές δυνάμεις και οι μέχρι τώρα δραστηριοποιούμενοι πολίτες για ν
αντιδράσουν και ν αμυνθούν απέναντι στην αντίδραση; Μήπως επαρκεί "η
θέληση της πλειοψηφίας του λαού"; [Σημειώσεις, 3, σελ. 24]
Άλλωστε,
σήμερα, λαμβάνοντας υπόψη τα γεγονότα των τελευταίων χρόνων, που έδωσαν την
ευκαιρία στις καθεστωτικές δυνάμεις ν αποβάλλουν τη λεοντή του δημοκράτη και να
δείξουν το πραγματικό τους πρόσωπο, λογικά προκύπτει ότι, είχαν δοθεί οι
κατάλληλες διασφαλίσεις πολύ πριν αναλάβουν τη διακυβέρνηση οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, για
τις επιλογές της "πρώτης φορά αριστερής κυβέρνησης". Οι συσκέψεις του
Στουρνάρα μετεκλογικά (και άλλες ενέργειες που πιθανόν δεν ξέρουμε), ήταν για ν
αποφύγουν καμιά "στραβή"...
Όλα αυτά
δείχνουν ότι δεν πρόκειται μόνο για την κυβέρνηση, αλλά για ένα καθεστώς
που διαθέτει θεσμούς και μηχανισμούς, αλληλοτροφοδοτούμενους και
αλληλοϋποστηριζόμενους. Πρόκειται δηλαδή για ζωντανό οργανισμό, δηλ κάτι στο οποίο υπάρχει κυκλοφορία, που
προσαρμόζεται στις αλλαγές και παλεύει για τη συνέχειά του και τη διαιώνισή
του. Όπως σε κάθε ζωντανό οργανισμό, αν φυτέψουμε πάνω του κάτι ξένο, θα βρει
τον τρόπο μετά από κάποιο διάστημα ή να το αποβάλλει ή να το μετατρέψει σε δικό
του όργανο. Η αλλαγή της κυβέρνησης δεν ανατρέπει το καθεστώς, αλλά αυτό
μεταφέρει το βάρος λειτουργίας του στους υπόλοιπους μηχανισμούς/θεσμούς (και ερμηνεύοντας
την νομιμότητα όπως του συμφέρει, όπως έδειξε η εμπειρία). Για να αλλάξει, πρέπει ταυτόχρονα με την αλλαγή
κυβέρνησης να γίνουν αλλαγές τουλάχιστον στα βασικά
όργανα/στηρίγματά του. Κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν να γίνει, παρά μόνο με
την υποστήριξη ενός μαζικού οργανωμένου λαϊκού κινήματος που ξέρει
για τι παλεύει.
Μόνο με
την αλλαγή της κυβέρνησης, το καθεστώς χάνει την κυβέρνησή του, αλλά διατηρεί
τα υπόλοιπα όργανά του και συνεχίζει ν αναπνέει και να κυκλοφορεί την ύλη του
κανονικά. Προσαρμόζεται.
Δεν
είναι ολοκάθαρο πως για παρόμοια καθήκοντα απαιτείται η συμμετοχή και
δραστηριοποίηση όσο το δυνατόν πλατύτερων μαζών των εργαζομένων;
Πως
μπορούν να τραβηχτούν στη δράση οι πολίτες με τη σημερινή λειτουργία των φορέων
της λεγόμενης "αριστεράς";
3. Η Ζωή
Κωνσταντοπούλου περιέγραψε σε συνέντευξή της, τον τρόπο που διένειμε ο Τσίπρας
τα αξιώματα και τις θέσεις, μετά τις εκλογές του Γενάρη του 2015.
Η ουσία
της λειτουργίας του ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν προϋπήρχε, και δεν παρουσιάστηκε
αιφνιδιαστικά το καλοκαίρι του '15 η φεουδαρχική συμπεριφορά του Τσίπρα στις
κρίσιμες αποφάσεις. Στον ΣΥΡΙΖΑ, παρότι υπήρξε ελευθερία έκφρασης διαφορετικών
απόψεων, στην ουσία ποτέ δεν δόθηκε δυνατότητα στα μέλη ν αποφασίσουν για τα
κύρια ζητήματα.
Τα μέλη
των κομμάτων δεν παίζουν κανένα ουσιαστικό ρόλο στην παραγωγή πολιτικής σκέψης
και πολιτικής πράξης. Παρακολουθούν άβουλα τις κινήσεις κορυφής που συμβαίνουν
μέσα στη γραφειοκρατία (που μοιραία δημιουργείται με τις τωρινές συνθήκες
κομματικής λειτουργίας) και ευθυγραμμίζονται ανάλογα με τις εξελίξεις στο
γραφειοκρατικό στρώμα.
Σήμερα
δεν υπάρχει η δυνατότητα για να έχει ουσιαστική παρέμβαση στις εξελίξεις
οποιαδήποτε προσπάθεια γίνει απ τα κάτω. Γιατί δεν δίνεται ουσιαστικά η
δυνατότητα να εμφανιστεί η προσπάθεια μπρος στα μέλη (σαν σώμα) και ν αναπτύξει
τις απόψεις της.
Όλες οι
διαδικασίες προετοιμασίας οποιασδήποτε εκδήλωσης και συζήτησης είναι
ελεγχόμενες και οι αντίθετες στην κυρίαρχη τάση της γραφειοκρατίας φωνές,
πνίγονται με διάφορους τρόπους και προσχήματα.
Τι θα λέγατε αν το 1821 (ή το 1941),
υπήρχαν ελληνικές οργανώσεις και κόμματα που θα μπορούσαν να βρουν και να
χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικότατα όπλα, αλλά δεν τα χρησιμοποιούσαν ή
τα χρησιμοποιούσαν ελάχιστα και δεν εκπαίδευαν το λαό ώστε να μπορεί να τα
χρησιμοποιήσει;...
Τα όπλα του σήμερα είναι οι υπολογιστές,
το ίντερνετ, τα κοινωνικά δίκτυα, η άμεση συμμετοχή και δημοκρατία, χωρίς
περιορισμούς τόπου και χρόνου. Πόσο χρησιμοποιούνται; Πόσοι ξέρουν να τα
χρησιμοποιούν;
Σκεφτείτε:
Γιατί δεν έχει ήδη υλοποιηθεί (σήμερα που η τεχνολογία το επιτρέπει) στα
"αριστερά" κόμματα η καθιέρωση μιας στήλης των μελών στην ιστοσελίδα
τους, όπου θ ακούγεται η φωνή τους ελεύθερα και χωρίς λογοκρισία; Αυτό
είναι μια ελάχιστη προϋπόθεση για να μπορεί κανείς να μιλήσει για δημοκρατία
μέσα σ αυτά τα κόμματα.
Πολύ
καλές ιδέες περιέχονται στις προτάσεις της ΛΑΕ Γκύζη (οριζόντια επικοινωνία των
Π.Ε. μεταξύ τους για ενημέρωση και συντονισμό, να ενθαρρύνεται ο διάλογος με
ανάρτηση όλων των ανακοινώσεων των Π.Ε. στην ιστοσελίδα της ΛΑΕ και να
οργανωθεί διαδικτυακή πλατφόρμα με την οποία μέλη και Π.Ε. θα επικοινωνούν και θ
αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, το παλιό κομματικό μοντέλο έχει πτωχεύσει μαζί με το
υπάρχον πολιτικό σύστημα και πρέπει να προχωρήσουμε σε πειραματισμούς σε όλα τα
επίπεδα), και νομίζω ότι θα πρέπει να μελετηθούν και ν αποτελέσουν βάση
συζήτησης.
Δείτε
τις απόψεις του Λένιν (Σημειώσεις, 4, σελ. 25) για το
ζήτημα της εσωκομματικής δημοκρατίας (χωρίς καθόλου να ξεχνάμε τις μεγάλες
ευθύνες του για τον περιορισμό της δημοκρατίας με τις αποφάσεις του 10ου
συνεδρίου του ΚΚΣΕ).
Η
πραγματική αριστερά (αν είναι τέτοια) χρειάζεται όχι έναν "πρότυπο"
αρχηγό, αλλά πρότυπο συλλογικής ηγεσίας, που αυτό θα περιλαμβάνει και τη
συμμετοχή της βάσης. Γιατί ακόμα κι ένα κόμμα που διέθετε στην ηγεσία του έναν
Λένιν, χρειάστηκε την ισότιμη συνεργασία και συμμετοχή του Τρότσκι και των
άλλων μπολσεβίκων ηγετών για να τα βγάλει πέρα (Σημειώσεις, 5, σελ. 29).
Ηγεσία
δεν θα πει σήμερα - το 2016- κάποια πεφωτισμένα άτομα, που τα ξέρουν όλα, που
δεν μπορεί κανείς να τους ασκήσει κριτική, να έχει διαφορετική άποψη απ αυτούς,
που δεν μπορούν σε κάποια στιγμή να περάσουν στη μειοψηφία (ίσως προσωρινά ή σε
συγκεκριμένα ζητήματα). Σ έναν οργανισμό που θέλει να θεωρείται προοδευτικός
σήμερα, δεν έχουν καμιά θέση αντιλήψεις περί αλάθητου της ηγεσίας, του
ηγέτη-θεού, του "πατερούλη", της "ιεραρχίας", ότι κάποιοι
είναι εκτός κριτικής κλπ.
Ηγεσία
σημαίνει ανθρώπους που αποδείχνουν κάποια ιδιαίτερη ικανότητα και προσόντα σε
συγκεκριμένους τομείς. Αυτό δεν σημαίνει τίποτε το απόλυτο και το εξωγήϊνο.
Ελλείψεις μπορεί να έχει ο καθένας. Λάθη μπορεί να κάνει ο καθένας. Πρέπει να
μάθουμε να θεωρούμε σαν θετικά την αναγνώριση αυτών των αληθειών. Τη δυνατότητα
ανταλλαγής γνώσης, γνώμης και εμπειριών. Τη σύνθεση, τη βελτίωση...
Το
γεγονός της αποχώρησης ενός μεγάλου αριθμού στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ με καταγγελία
ακριβώς των αντιδημοκρατικών πρακτικών της ηγεσίας του, είναι ένα πολύ
ενθαρρυντικό στοιχείο.
Υπάρχουν
βέβαια και οι σύντροφοι που αγανακτούν και που μετά τη μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ,
θεωρούν ότι δικαιώθηκαν στις εκτιμήσεις τους για το εγχείρημα συνολικά του ΣΥΡΙΖΑ,
και ζητάνε αυτοκριτική απ τους αποχωρήσαντες. Ξεχνάνε βέβαια πως οι αντιλήψεις
των μαζών αλλάζουν με την πολιτική πείρα και ποτέ μόνο με την προπαγάνδα
(Λένιν, Αριστερισμός η παιδική αρρώστια του κομμουνισμού). Αλλά και ότι οι
αντιφάσεις και η δημιουργικότητα της πραγματικής ζωής ξεπερνάνε κάθε φαντασία.
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμενε στην αντιπολίτευση, πόσα χρόνια θα χρειαζότανε για να
συνειδητοποιήσει ο κόσμος τα πραγματικά πιστεύω του Τσίπρα και των γύρω απ
αυτόν; Είναι αλήθεια ότι προσωρινά υπάρχει ένα κλίμα σύγχυσης και απογοήτευσης.
Όμως αυτό θα ξεπεραστεί, μπορεί και πρέπει να ξεπεραστεί. Ένα ριζοσπαστικό
κίνημα των εργαζομένων που θ αποβλέπει σε ουσιαστικές αλλαγές, δεν μπορεί να
στηρίζεται σε ιδανικά και στην πίστη, αλλά σε γεγονότα και αλήθειες που μπορεί
να τα διαπιστώσει στην πράξη. Σ αυτό τον τομέα η εμπειρία της κυβέρνησης του
ΣΥΡΙΖΑ είναι ανεκτίμητη. Ένα παράδειγμα θα κάνει τα παραπάνω νομίζω πιο καθαρά.
Η
μεγαλύτερη επανάσταση στην ιστορία της ανθρωπότητας, τουλάχιστον η πρώτη της
φάση, η φεβρουαριανή, ξεκίνησε με πρωτοβουλία μιας οργάνωσης την οποία είχε
στήσει η οχράνα, η μυστική αστυνομία του τσάρου. Στη διαδήλωση της ματωμένης
Κυριακής με επικεφαλής τον παπα-Γκαπόν, εκατοντάδες χιλιάδες λαού κίνησαν για
το παλάτι του τσάρου, του "πατερούλη", να του υποβάλλουν τα αιτήματά
τους (που αυτός αγνοούσε, όπως πίστευαν). Η σφαγή που ακολούθησε, γκρέμισε τη
μορφή του "πατερούλη" (που είχε φωλιάσει για αιώνες στη συνείδηση των
πλατιών λαϊκών μαζών), αποτελεσματικότερα από την πιο ευφυή προπαγάνδα που θα
μπορούσε ν αναπτύξει το πιο επαναστατικό κόμμα της γης. Τα γεγονότα που
ακολούθησαν είναι ο πιο αδιάψευστος μάρτυρας.
Η κατάληξη του ΣΥΡΙΖΑ δεν ΠΡΕΠΕΙ να έχει σαν κύριο
αποτέλεσμα την κυριάρχηση της συνείδησης του λαού απ την ιδέα ότι «κι η
αριστερά είναι μια απ τα ίδια», αλλά με την ΠΡΑΞΗ των συνεχιστών όλης της
προηγούμενης θετικής εμπειρίας του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και άλλων συντρόφων, να δείξουν
στην κοινωνία ότι μπορούν να εγγυηθούν την μη επανάληψη των αντιδημοκρατικών
μεθοδεύσεων και να δημιουργήσουν τη σιγουριά της αξιοπιστίας των προτάσεών
τους.
Αν μπορεί κάποιος να κατηγορήσει τους αποχωρήσαντες,
είναι για το ότι δεν διαχώρισαν έγκαιρα τη θέση τους και δεν έκαναν δημόσια
γνωστές τις θέσεις τους και την κριτική τους, ώστε να περιοριστεί η σύγχυση που
έτσι ή αλλιώς δημιουργούν παρόμοιες καταστάσεις.
"Η πειθαρχία στο κόμμα στο σύνολό
του, δηλ η πειθαρχία στο πρόγραμμά του, είναι πάνω από οποιαδήποτε πειθαρχία σε
οποιοδήποτε κομματικό όργανο. Η πειθαρχία στα κομματικά όργανα επιβάλλεται μόνο
όταν αυτά ενεργούν μέσα στα όρια του προγράμματος".
Ρόζα Λούξενμπουργκ
"Είναι σωστό ότι οι Χέντερσον, οι Κλάϊνς, οι
Μακντόναλντ, οι Σνόουντεν είναι απελπιστικά αντιδραστικοί. Από δω δε βγαίνει
καθόλου ότι το να τους υποστηρίζεις είναι προδοσία της επανάστασης. Από δω
βγαίνει ότι προς το συμφέρον της επανάστασης, οι επαναστάτες πρέπει να παρέχουν
σ αυτούς τους κυρίους ορισμένη κοινοβουλευτική υποστήριξη..., ...πρέπει μέσα απ
τη βουλή να βοηθήσουν την εργατική μάζα να δει στην πράξη τα αποτελέσματα της
κυβέρνησης των Χέντερσον και Σνόουντεν, πρέπει να βοηθήσουν τους Χέντερσον και
Σνόουντεν να νικήσουν τους ενωμένους Λόϋδ Τζώρτζ και Τσώρτσιλ. ...η αλλαγή στις
αντιλήψεις της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης δημιουργείται απ την πολιτική
πείρα των μαζών και ποτέ δεν δημιουργείται μόνο με την προπαγάνδα...
...διατηρούμε απόλυτη ελευθερία ζύμωσης, προπαγάνδας, πολιτικής δράσης. Χωρίς
αυτό τον τελευταίο όρο δεν μπορούμε βέβαια να κάνουμε συνασπισμό, γιατί θα ήταν
προδοσία. ...οι άγγλοι κομμουνιστές πρέπει να εξασφαλίσουν απόλυτα την πιο
πληρέστερη ελευθερία να ξεσκεπάζουν τους Χέντερσον και Σνόουντεν..."
(Λένιν,
"Αριστερισμός, παιδική αρρώστια του κομμουνισμού").
4. Τα όσα αναφέρονται στη Διακήρυξη της ΛΑΕ
"Ανατροπή Τώρα" είναι πολύ ωραία:
"Να
μπει η χώρα σε τροχιά ανάπτυξης, θέσεις πλήρους, σταθερής και αξιοπρεπούς
εργασίας, παραγωγικές επενδύσεις, εθνικοποίηση επιχειρήσεων στρατηγικής
σημασίας και συστημικών τραπεζών, έξοδο απ το ευρώ, Συντακτική Εθνοσυνέλευση,
κατάργηση ΜΑΤ, δημοκρατία στους χώρους δουλειάς" κ.α.
Εκείνο
που παραλείπεται και το οποίο θάπρεπε να τονιστεί και ν αναπτυχθεί, είναι οι πολιτικές προϋποθέσεις για να
υλοποιηθούν όλα τα παραπάνω. Η αναγκαιότητα μάλιστα αυτών, προκύπτει
ευθέως απ την αναγνώριση ότι η αντίδραση της ολιγαρχίας και των ξένων
συνεταίρων της είναι βέβαιη, και ότι οι κυρίαρχοι της ευρωζώνης αποκαλύφθηκαν
στο πραξικόπημα του Ιουλίου του 2015 ότι δεν είναι "σύμμαχοι" και
"εταίροι", αλλά οικονομικοί τρομοκράτες και πολιτικοί γκάνγκστερ.
Οι
προϋποθέσεις που αναφέρονται στη διακήρυξη, δηλ μια κυβέρνηση οπλισμένη με
τόλμη και συγκεκριμένο σχέδιο και ένας ενημερωμένος και οργανωμένος λαός, με
ισχυρές δομές κοινωνικής αλληλεγγύης, είναι αρκετές; Τι εννοεί η διακήρυξη με
το "συγκεκριμένο σχέδιο"; Τι εννοεί με το "οργανωμένος
λαός";
Η
Πολιτική Απόφαση του Ιδρυτικού Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ (2013), δεν υστερούσε σε
προτάσεις και σχέδια και διαπιστώσεις:
"...το
αστικό κομματικό σύστημα στηρίζεται στα διαπλεκόμενα ΜΜΕ και τις δυνάμεις
καταστολής, επιβάλλοντας ένα ιδιότυπο καθεστώς έκτακτης ανάγκης που παραβιάζει
κάθε δημοκρατική νομιμότητα...
...επαναδιαπραγματευόμαστε
τις δανειακές συμβάσεις και ακυρώνουμε τους επαχθείς όρους τους, θέτοντας ως
πρώτο θέμα τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, πραγματοποιώντας
λογιστικό έλεγχο... καμιά θυσία για το ευρώ... δεσμευόμαστε ότι θα
αντιμετωπίσουμε τις ενδεχόμενες απειλές και τους εκβιασμούς των δανειστών με
όλα τα δυνατά όπλα που μπορούμε να επιστρατεύσουμε, ενώ είμαστε ήδη έτοιμοι να
αναμετρηθούμε με οποιαδήποτε εξέλιξη... Θέτουμε το τραπεζικό σύστημα υπό την
ιδιοκτησία και τον έλεγχο του δημοσίου... ακυρώνουμε τις προβλεπόμενες
ιδιωτικοποιήσεις...καταργούμε όλες τις δομές έκτακτης ανάγκης...
αναδιοργανώνουμε σε βάθος το πολιτικό σύστημα... θεσπίζουμε την απλή αναλογική
και εισάγουμε μορφές άμεσης δημοκρατίας... Η κατάσταση που βρισκόμαστε σήμερα
απαιτεί κάτι περισσότερο από ένα προγραμματικό πλαίσιο, ακόμη και ένα πλήρες
πρόγραμμα. Απαιτεί τη δημιουργία και την έκφραση ενός ευρύτατου, μαχητικού και
καταλυτικού πολιτικού ρεύματος πολυδιάστατης ανατροπής, ένα ρεύμα που θα
συσπειρώνει και θα κινητοποιεί εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους..." κλπ
Ο κόσμος
καταλαβαίνει ότι για μια ουσιαστική αλλαγή, το θέμα δεν είναι οι εκθέσεις ιδεών
για παραγωγική ανασυγκρότηση κ.α, κ.α. (που βέβαια έχουν τη σημασία τους και
πρέπει να περιλαμβάνονται στην προπαγάνδα), αλλά για τα κρίσιμα μέτρα που
πρέπει να παρθούν για την ανατροπή
του καθεστώτος, και αμέσως μετά την
ανατροπή. Όταν βλέπει γι αυτό το ζήτημα να λέγονται μισόλογα, να λαλούν
χίλιοι κοκκόροι και να μην γίνεται καμιά σοβαρή συζήτηση απ όσους μιλούν για
ουσιαστική αλλαγή, τον ζώνουν τα φίδια και φοβάται μην βρεθεί στο κενό, σε
περίπτωση απόπειρας ανατροπής του καθεστώτος.
Αν
κάποιοι θέλουν να τους πάρουν στα σοβαρά, πρέπει να σκύψουν με επιμέλεια πάνω σ
αυτό το ζήτημα, να καταλήξουν σε θέσεις και αυτές τις θέσεις να τις συζητήσουν
(να παλέψουν για να επιβάλλουν τη συζήτηση) με όλους τους
"αριστερούς" ή και με όσους διατείνονται ότι παλεύουν για ουσιαστικές
αλλαγές στη χώρα μας. Έτσι και βαθειά επεξεργασία των θέσεων θα υπάρξει, και θα
ξεχωρίσει η ήρα απ το στάρι.
Για ν
ανατραπεί το καθεστώς πρέπει ο λαός να έχει άμεση-καθαρή γνώση του στόχου και
των δυσκολιών και πιθανών αντιδράσεών του, και να προσφέρει την άμεση
κινηματική του στήριξη σ όλη την περίοδο ανατροπής.
Το κύριο,
για τη στήριξη απ το λαό ενός κινήματος ανατροπής του καθεστώτος των μνημονίων,
είναι η διατύπωση ενός αξιόπιστου ΑΜΕΣΟΥ προγράμματος μετάβασης (όχι
μακροπρόθεσμου), που θα περιέχει μόνο τα απόλυτα αναγκαία μέτρα και
θα περιλαμβάνει απαραίτητα και το χειρότερο σενάριο. Δηλ πως μπορεί
να γίνει στάση πληρωμών, πως θ αποφευχθούν οι αντιδράσεις των δανειστών. Πως
μπορεί να γίνει έξοδος απ το ευρώ. Πως μπορούμε ν αντιδράσουμε όταν μας κόψουν
τη ρευστότητα. Πως γίνεται η εθνικοποίηση τραπεζών; Τι σημαίνει αυτό για τις
καταθέσεις, τα δάνεια κλπ. Πως θ απενεργοποιηθεί η εσωτερική αντίδραση; Ποια
είναι τα κύρια στηρίγματα του καθεστώτος και πως μπορούμε να τα
απενεργοποιήσουμε; Πως μπορεί ν αντιμετωπιστεί ανάλογη περίπτωση Τσίπρα στη
θέση του πρωθυπουργού (που στην ουσία είναι θέση/ρόλος φεουδάρχη, όπως έχει
δείξει η πράξη); Πως διασφαλίζεται η τήρηση ενός προγράμματος ανατροπής από μια
κυβέρνηση που εκλέχθηκε για την ανατροπή; κ.α.
[Το μέτωπο της δημοκρατίας. Γιατί ο χρόνος τελειώνει…
Παράδειγμα
γι αποφυγή αποτελεί το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Τι σήμαινε στην πράξη η πρόταση
του ΣΥΡΙΖΑ για την "παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας",
"10ετές πρόγραμμα" κι ένα σωρό άλλα; Αέρα κοπανιστό, για ν
αποπροσανατολιστεί η συζήτηση απ τον άμεσο στόχο και τα αναγκαία μέτρα για την
επίτευξή του.
Για να
γίνουν πειστικά τα επιχειρήματα σ αυτά τα ζητήματα, είναι ολοφάνερο ότι δεν
αρκεί να λέει το Χ η ΛΑΕ, το Ψ το ΕΠΑΜ, το Ζ η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και πάει λέγοντας. Ο
λαός μόνο να γελάει μπορεί μ αυτά τα καμώματα. Πρέπει να γίνει σοβαρή και
εξαντλητική συζήτηση μεταξύ τουλάχιστον των βασικών ομονοούντων για ουσιαστικές
αλλαγές της σημερινής κατάστασης. Ανοιχτά, δημοκρατικά. Το μέσο σήμερα υπάρχει.
Με βάση μια σελίδα στο διαδίκτυο μπορεί ν απλωθεί η συζήτηση.
Αν κάτι
έδειξε το δημοψήφισμα, είναι ότι ένα μεγάλο κομμάτι του λαού είναι έτοιμο
σήμερα να πάρει ρίσκα, προκειμένου ν αλλάξει την κατάσταση στην οποία έχει
περιέλθει. Όμως για να προχωρήσει χρειάζεται ηγεσία.
5. Η σχέση
μεταξύ των συμφερόντων μιας τάξης και της έκφρασής τους σε επίπεδο ηγεσίας,
κατά κανόνα, όχι μόνο δεν είναι άμεση, αλλά σχετικοποιείται ως προς μια σειρά παράγοντες που πολλές φορές μπορούν
ν αλλάξουν ουσιωδώς τους συσχετισμούς δύναμης. Αυτό έχει γίνει καθαρό μετά από
μια σειρά αναλύσεων του Λένιν και του Τρότσκι σχετικά με το ζήτημα των τάξεων,
των κομμάτων και των ηγεσιών, που εμβάθυναν
σ αυτό το ζήτημα (Σημειώσεις, 6, σελ. 29).
Καμιά σχέση
με σύνολα δογμάτων, με αριθμητική (πχ 2 εκατομμύρια η εργατική τάξη, 200.000 η
αστική) ή ανάλογες "αναλύσεις".
Για την
οποιαδήποτε προσπάθεια διεκδίκησης, χρειαζόμαστε όχι εργατική τάξη καθ εαυτή,
αλλά τάξη για τον εαυτό της (συνειδητοποιημένη) και για να πάμε από το ένα στο
άλλο χρειαζόμαστε πολλά πράγματα και πολύ προσπάθεια (συνειδητή).
Μια τέτοιου
είδους ανάλυση είναι αναγκαία, αλλά δεν μπορεί να είναι έργο ενός ατόμου. Οι
γνώσεις ενός συνόλου ανθρώπων πρέπει να συνδυαστούν.
6. Άλλο
αστική τάξη και άλλο άρχουσα τάξη.
Κατ αρχήν
δεν είναι όλη η αστική τάξη άρχουσα τάξη. Υπάρχουν πολλές αστικές τάξεις στην
Ελλάδα. Αστική τάξη είναι και ο Μπόμπολας, αλλά και ο ελευθεροεπαγγελματίας με
τη μικρή ή και μεσαία επιχείρησή του. Αλλά τα συμφέροντά τους μπορεί ν απέχουν
παρασάγκας.
Στην Ελλάδα
το καθεστώς που έχει επιβληθεί μπορεί να είναι αντίθετο στα συμφέροντα πολλών
μερίδων της αστικής τάξης. Αν θέλουμε να ρίξουμε το καθεστώς, πρέπει να
εκμεταλλευτούμε τις αντιθέσεις τους και να σκεφτούμε τρόπους συμμαχίας μ αυτές
(τις μερίδες τις αντιτιθέμενες στο καθεστώς).
Δεν μπορεί
να μιλάμε για σοσιαλισμό, όταν ο όρος δεν μνημονεύεται ούτε καν στα εργατικά
στρώματα. Από που προκύπτει η αναγκαιότητά του; Απ τα σχήματα που έχουμε
δημιουργήσει στο μυαλό μας; Οι μάζες τι σχέση έχουν μ αυτά; Μας ενδιαφέρουν οι
σημερινές δυνατότητες αλλαγών των συσχετισμών δύναμης, όχι οι αυριανές.
Οι
εργαζόμενοι δεν μπορούν να σκεφτούν σήμερα για σοσιαλισμό. Δεν θέλουν. Έχουν
ανάγκη από καλύτερες συνθήκες για την πάλη τους. Έχουν ανάγκη από δημοκρατία,
δημοκρατικά δικαιώματα, καλύτερα μεροκάματα, μόρφωση, πολιτική εκπροσώπηση, όχι
κήρυξη παράνομων του 90% των απεργιών, περιορισμό της ασυδοσίας της άρχουσας
τάξης, κοινωνικό κράτος πρόνοιας για να σταθούν στα πόδια τους, όχι ΜΑΤ γεμάτα
φασίστες, αλλά πολιτοφυλακή (γιατί όχι) κ.α.
[Δημήτρης
Πολίτης (μέλος διοίκησης της ΓΣΕΕ, 1990): "Το επιχειρησιακό συνδικάτο
αποτελεί απαγορευμένο καρπό για το 65% των εργαζομένων που εργάζονται στο
98,43% των επιχειρήσεων της χώρας, αφού δεν επιτρέπεται η σύσταση σωματείου με
λιγότερα από 20 άτομα"].
Η
αξιοπρέπεια είναι ο αυτοσεβασμός του ανθρώπου, η συνείδηση των δικαιωμάτων του
και της αξίας της προσωπικότητάς του.
Η
αξιοπρέπεια περνάει μέσα απ τη δημοκρατία.
Η
δημοκρατία είναι η ουσία. Είναι ο πρώτος στόχος ενός επαναστατικού κινήματος
σήμερα. Γιατί όσες κατακτήσεις κι αν πετύχει ένα κίνημα, αν αποτύχει στη
διεκδίκηση μιας ουσιαστικής δημοκρατίας, έχει αποτύχει ουσιαστικά. Γιατί
ακριβώς η κατάκτηση ενός οποιουδήποτε στόχου, χωρίς αντίστοιχη δημοκρατική
υποστήριξή του, είναι σαν κάποιο δώρο του φεουδάρχη/βασιλιά στον υπήκοό
του, χωρίς ουσιαστική αξία και διασφάλισή του, που μπορεί ανά πάσα στιγμή να
παρθεί πίσω ή και να αλλοιωθεί, σε βάρος του εργαζόμενου.
Ο στόχος
είναι μια δημοκρατία που τα θεμέλια και οι κανόνες της δεν θα τίθενται σε
αμφισβήτηση και η λειτουργία της δεν θα εξαρτάται από την οποιαδήποτε κυβέρνηση
, αλλά η υπεράσπισή της θα βρίσκεται στα χέρια του οργανωμένου λαού.
Είναι ακριβώς η διεκδίκηση αυτής της ουσιαστικής
δημοκρατίας που μπορεί σήμερα ν απελευθερώσει τη δημιουργικότητα του λαού και
να του επιτρέψει να πλησιάσει τα προπορευόμενα έθνη, αντί να πασχίζει να
επιβιώσει (στα όρια της επιβίωσης κι αν τα καταφέρει).
7. Όσον αφορά τα
περί σοσιαλιστικής προοπτικής.
Αντί να
μιλάμε για σοσιαλιστικό σύστημα, καλό θα ήταν να είμαστε πιο σεμνοί και ν
αρκεστούμε να ονοματίσουμε εκείνα που θεωρούμε σήμερα εφικτά και αναγκαία για
τον τόπο μας, κι ας αφήσουμε το μέλλον να δείξει προς τα που θα εξελιχθούν τα
πράγματα.
Γιατί
εκείνο που ξέρουμε είναι ότι μεταξύ σοσιαλισμού και καπιταλισμού
διαμεσολαβεί μια ολόκληρη ιστορική περίοδος μετασχηματισμών και περασμάτων απ
το ένα σύστημα στο άλλο. Κι αυτοί οι μετασχηματισμοί έχουν διαφορετική
μορφή και περιεχόμενο και ρυθμούς και βαθμούς ολοκλήρωσης, σε κάθε ξεχωριστή
χώρα και περίπτωση.
Και στο
τέλος, δεν ξέρουμε προς τα που θα εξελιχθούν αυτοί οι ενδιάμεσοι μεταβατικοί
σχηματισμοί. Η ζωή έδειξε πως εξελίσσονται ποικιλόμορφα, και συχνά επανέρχονται
σε καπιταλιστικά σχήματα ιδιαίτερα βάρβαρα.
Σοσιαλισμός
δεν είναι η κεντρική διεύθυνση της οικονομίας, αλλά η αυτοδιεύθυνση απ τους εργαζόμενους, ΤΟΥ ΣΥΝΟΛΟΥ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ,
κι απέχουμε πολύ ακόμα απ το σημείο να ξέρουμε πως μπορεί να γίνει αυτό.
Συστήματα
κεντρικής διεύθυνσης υπήρξαν, αλλά είχαν τόση σχέση με το σοσιαλισμό, όση έχουν
η Β. Κορέα, ή όση είχαν η σταλινική ΕΣΣΔ ή η Καμπότζη του Πολ-Ποτ με την
αυτοδιεύθυνση.
Έχει
καταντήσει κουραστικό και οι εργαζόμενοι γελούν με όσους προσπαθούν ετσιθελικά
να διατηρήσουν την πίστη σε δόγματα που διαστρεβλώνουν ακόμη και τις πρόωρες
και ευφυείς προβλέψεις του Μάρξ πριν 150+ χρόνια και χωρίς να λαμβάνουν υπόψη,
πόσο μάλλον να γενικεύσουν, την πείρα έμπρακτης προσπάθειας εφαρμογής
"σοσιαλιστικών" πειραμάτων του προηγούμενου αιώνα.
Εκείνο
που ξέρουμε απ την εμπειρία ήδη, είναι ότι πολύ εύκολα η κεντρική διεύθυνση της
οικονομίας καταλήγει σε γραφειοκρατική δυσφήμιση κάθε έννοιας σοσιαλισμού.
Ακόμη και με τις μορφές αυτοδιεύθυνσης εργοστασίων από εργαζόμενους, θα πρέπει
να είμαστε πολύ προσεκτικοί και ν αποφεύγουμε να τις συσχετίζουμε με τη
σοσιαλιστική έννοια (βλέπε Λένιν).
Νομίζω
πως σήμερα είναι ξεκάθαρο πλέον στον καθένα που μπορεί ν αντικρίσει την
πραγματικότητα κατάματα, πως η ανθρωπότητα έχει πολύ δρόμο να διανύσει ακόμη,
μέχρι την εμφάνιση κάποιων συστημάτων που να πλησιάζουν στο "σοσιαλιστικό
πρότυπο".
Η
παρεμβαλλόμενη "ολόκληρη ιστορική περίοδος" (Λένιν) προσπαθειών
μετάβασης σε σοσιαλιστικές κατευθύνσεις, παραμένει μια ανεξερεύνητη περιοχή για
την ανθρώπινη γνώση, και προβλέπεται να μας καταπλήξει με το εύρος και την
πρωτοτυπία των αλλαγών που θα φέρει στην κοινωνία (σχετικά, δείτε το
ντοκιμαντέρ US NOW, https://www.youtube.com/watch?v=CT8WbKSPUa8).
Οι
αυτοδιευθυνόμενοι πολίτες δεν είναι κάτι που θα προκύψει αυτόματα και
ασυνείδητα, αλλά πέρα από τις νέες δυνατότητες της τεχνολογίας, το συνειδητό
εδώ θα δώσει απτά δείγματα των δυνατοτήτων του για παρέμβαση στα κοινωνικά
δρώμενα, ώστε να κατευθύνει κοινωνικούς μετασχηματισμούς.
Οι
ανθρωπιστικές επιστήμες έχουν να παίξουν τεράστιο ρόλο σ ένα τέτοιο κίνημα και
η προβλεπόμενη εκρηκτική τους πρόοδος, μόνο ενθουσιασμό μπορεί να προκαλεί σε
κάθε προοδευτικό πολίτη.
Όμως η
θεωρητική γνώση, είναι η μια πλευρά της συνεισφοράς των επιστημών. Η πρακτική
τους εφαρμογή είναι κάτι τελείως διαφορετικό και ανεξάρτητο, που μπορεί να
πάρει πολλές μορφές και περιεχόμενο. Οι προοδευτικές εφαρμογές των
ανθρωπιστικών επιστημών δεν θα προκύψουν αυτόματα ή μέσω των κυρίαρχων σήμερα
τάξεων, αλλά χρειάζονται την πρωτοβουλιακή
παρέμβαση του προοδευτικού κινήματος.
Οι
απόψεις της Ρόζας Λούξενμπουργκ περί σοσιαλισμού, στο "Η Ρωσική
επανάσταση", είναι πολύ διδακτικές και έχει αξία να τις θυμόμαστε (Σημειώσεις,
7, σελ. 35).
"Υπάρχουν κλάδοι της ιστορίας που
μελετούν επαναστάσεις και τις συγκρίνουν μεταξύ τους για να καταλάβουν διάφορες
πλευρές των κοινωνιών που έχουν μπει σε διαδικασία επανάστασης.
Σύμφωνα με τον G. Hering, γερμανού
βαλκανιολόγου, επαναστάσεις σημειώνονται όταν οι κοινωνίες βρεθούν σε φάση
βελτίωσης της ζωής τους και συμβούν περιστατικά που οδηγούν τη βελτίωση σε
κατάρρευση.
Στρώματα υψηλής οικονομικής δράσης και
κοινωνικής διεισδυτικότητας και κύρους, όπως είναι οι ναυτικοί, οι έμποροι, οι
καραβοκυραίοι, οι βιοτέχνες, έζησαν πτώση του βιοτικού τους επιπέδου και
βρέθηκαν μπροστά σε προβλήματα επιβίωσης των οικονομικών τους επιχειρήσεων.
Έτσι ήταν πιο έτοιμα να μπουν σε μια περιπέτεια που μπορούσε να οδηγήσει
οπουδήποτε (όταν ξεκινάς μια επανάσταση δεν ξέρεις αν θα πετύχει).
Μαρία Ευθυμίου, Πανεπιστήμιο Αθηνών,
Μαθήματα Mathesis, "Η επανάσταση του 1821".
4 Απρίλη 2016
Γιώργος
Παπανικολάου
Σημειώσεις
(1)
Δυνατότητα
και πραγματικότητα
(Σεπτούλιν: "Κατηγορίες και νόμοι της
διαλεκτικής").
Με το
πέρασμα απ το φαινόμενο στην ουσία, η γνώση δεν σταματάει, αλλά διεισδύει όλο
και βαθύτερα στις όψεις του κόσμου που μελετάει και περνάει απ την ουσία 1ης
τάξης στην ουσία 2ης τάξης και έτσι στο άπειρο.
Αν
γνωρίζουμε την ουσία ενός υλικού σχηματισμού, γνωρίζουμε τόσο τις πραγματικές
καταστάσεις του, όσο και τις δυνατές του καταστάσεις.
Η
μεταφυσική τομή, ανάμεσα στη δυνατότητα και την πραγματικότητα, την
απολυτοποίησή τους, οδηγεί αναγκαστικά στον ιδεαλισμό, στην αναζήτηση μιας
δραστικής αρχής, ικανής να ενώσει τη δυνατότητα και την πραγματικότητα και να
δημιουργήσει μ αυτή τη διαφορότητα των πραγμάτων και των φαινομένων που
παρατηρούμε.
Όταν
μιλάμε για την αιτία, έχουμε υπόψη μας τη δράση που έχει ήδη αρχίσει, όταν
μιλάμε για τη δυνατότητα, έχουμε υπόψη μας τη δράση που πρέπει ακόμη να
παραχθεί (Thomas Hobbes).
Η άμεση
πραγματικότητα περιέχει σε σπέρμα κάποιο πράγμα ολοκληρωτικά άλλο.
Η
καινούργια πραγματικότητα (δυνατότητα) είναι το αυθεντικό εσωτερικό της άμεσης
πραγματικότητας που την απορροφά.
Τίποτα
το καινούργιο δεν εμφανίζεται, γιατί η πρώτη πραγματικότητα δεν τίθεται παρά με
την ουσία της (Hegel).
Και η
δυνατότητα έχει πραγματική ύπαρξη, αλλά μονάχα σαν ιδιότητα/ικανότητα της ύλης.
Η δυνατότητα είναι μια στιγμή της πραγματικότητας.
Πραγματικότητα:
δυνατότητα που ήδη πραγματοποιήθηκε.
Δυνατότητα:
πραγματικότητα εν δυνάμει.
Μέσα
στην πρακτική, στην καθημερινή ζωή, στην ιστορία, το τυχαίο, οι τυχαίοι δεσμοί
και σχέσεις, παίζουν εξίσου (με το αναγκαίο και το νόμο) έναν ουσιαστικό ρόλο.
Το
τυχαίο, όντας μια καθολική μορφή της εκδήλωσης της αναγκαιότητας, είναι
αξεχώριστο απ την πραγματικότητα, αποτελεί την ουσιαστική πλευρά.
Πραγματικότητα
είναι η πραγματική ενότητα του αναγκαίου, του τυχαίου, του εσωτερικού και του
εξωτερικού, της ουσίας και του φαινομένου.
Κάθε
δυνατότητα δεν μεταμορφώνεται σε πραγματικότητα, παρά μόνο όταν υπάρχουν
καθορισμένες συνθήκες. Μπορούμε, γνωρίζοντας αυτές ή εκείνες τις δυνατότητες,
να παρεμβαίνουμε στην αντικειμενική πορεία των πραγμάτων και να δημιουργούμε
τεχνητά τις κατάλληλες συνθήκες, επιταχύνοντας ή φρενάροντας την μεταμόρφωσή
τους σε πραγματικότητα.
Πραγματικές
δυνατότητες.
Καθορίζονται
απ τις αναγκαίες όψεις και δεσμούς της ανάπτυξης του αντικειμένου.
Τυπικές
δυνατότητες.
Καθορίζονται
απ τους τυχαίους δεσμούς και σχέσεις.
Απ την
άποψη της τυπικής δυνατότητας, αυτό ή εκείνο το φαινόμενο είναι τόσο δυνατό,
όσο κι αδύνατο, μπορεί να γίνει ή και να μην γίνει.
Η
πρακτική δραστηριότητα στηρίζεται πάνω σε πραγματικές δυνατότητες.
Οι
πραγματικές δυνατότητες διακρίνονται σε αφηρημένες και σε συγκεκριμένες,
ανάλογα με το δεσμό τους με τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την πραγμάτωσή τους.
Στις
συγκεκριμένες δυνατότητες, οι προϋποθέσεις θα μπορούσαν να ενωθούν στην παρούσα
στιγμή.
Στις
αφηρημένες, δεν υπάρχουν οι αναγκαίες προϋποθέσεις στην παρούσα στιγμή. Για να
πραγματωθούν, πρέπει ο υλικός σχηματισμός που τις περιέχει, να διατρέξει κάποια
στάδια ανάπτυξης.
Αντιστρέψιμες
και μη αντιστρέψιμες δυνατότητες.
Συσχετικές
και ανεξάρτητες.
Συνυπάρχουσες
και αποκλείουσες.
Δυνατότητα
φαινομενική.
Η
πραγμάτωσή της δεν τροποποιεί την ουσία του πράγματος.
Δυνατότητα
ουσιαστική.
Η
πραγμάτωσή της τροποποιεί την ουσία του πράγματος.
Οι
δυνατότητες της ύλης είναι απεριόριστες. Συνεχώς εμφανίζονται νέες.
Λένιν
(τ.31, σελ. 37): "Σε επαναστατικούς καιρούς, τα όρια του δυνατού
ευρύνονται χιλιάδες φορές".
Ο ρόλος του υποκειμενικού
παράγοντα, μπορεί να παραμείνει τελείως υποταγμένος στην εποχή της αργής
οργανικής εξέλιξης, εποχή που δεν μπορεί κανείς
«να πηδήξει πάνω απ τα στάδια». Ενώ όταν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις
είναι ώριμες, τότε το κλειδί ολόκληρου του ιστορικού προτσές περνάει στα χέρια
του υποκειμενικού παράγοντα, δηλ στα χέρια του κόμματος. Ο οπορτουνισμός που
ζει συνειδητά ή ασυνείδητα κάτω απ την υποβολή της περασμένης εποχής, έχει την
τάση να υποτιμάει πάντα το ρόλο του υποκειμενικού παράγοντα.
(Τρότσκι, «Η
στρατηγική και η τακτική στην ιμπεριαλιστική εποχή»).
Κ. Μαρξ
("Θέσεις για τον Φόϋερμπαχ").
Οι
περιστάσεις αλλάζουν απ τους ανθρώπους, και ο παιδαγωγός πρέπει κι ο ίδιος να
διαπαιδαγωγηθεί.
Στην
πράξη πρέπει ο άνθρωπος ν αποδείξει την αλήθεια, δηλ την πραγματικότητα και την
ισχύ, το εγκόσμιο της σκέψης του. Το ζήτημα για τη σχέση της νόησης και του
Είναι, δεν είναι θεωρητικό, μα πραχτικό ζήτημα.
Σημασία
της επαναστατικής, της πρακτικο-κριτικής δράσης.
Η
εξωτερική αιτία που θα κάνει το νέο να εκδηλωθεί, δεν μπορεί να δρα παρά μέσω
της εσωτερικής αναγκαιότητας.
Η
ελευθερία του ανθρώπου βρίσκεται όχι μόνο στη γνώση της αναγκαιότητας, αλλά
στην πρακτική που βασίζεται στη γνώση αυτή.
Ο
υποκειμενικός παράγοντας αποκτά μια αποφασιστική σημασία όταν υπάρχουν οι
αντικειμενικές προϋποθέσεις για τη λύση ενός ιστορικού προβλήματος.
Μια
δοσμένη ιστορική κατάσταση περιέχει τις προϋποθέσεις της αλλαγής αυτής της
πραγματικότητας.
(Λένιν, τ. 31, σελ. 132-144, «Εκτίμηση της
στιγμής»).
«Η διδασκαλία μας δεν είναι δόγμα, μα
καθοδήγηση για δράση», έτσι έλεγαν πάντα ο Μάρξ και ο Ένγκελς, που δίκαια
ειρωνεύονταν την αποστήθιση και την απλή επανάληψη «διατυπώσεων», ικανών στην
καλύτερη περίπτωση μόνο να προδιαγράφουν τα γενικά καθήκοντα, που
τροποποιούνται αναπόφευκτα από τη συγκεκριμένη οικονομική και πολιτική
κατάσταση της κάθε ιδιαίτερης περιόδου του ιστορικού προτσές.
Το πέρασμα της κρατικής εξουσίας απ τα χέρια
μιας τάξης στα χέρια μιας άλλης, είναι το πρώτο, το κύριο, το βασικό γνώρισμα
της επανάστασης. Σε τι συνίσταται το πρώτο στάδιο (της επανάστασής μας); Στο
πέρασμα της κρατικής εξουσίας στην αστική τάξη. Μ αυτή την έννοια, η αστική ή
αστικοδημοκρατική επανάσταση στη Ρωσία, τελείωσε.
Μα (ακούγονται οι διαφωνούντες) «δεν λέγαμε
πάντα πως η αστικοδημοκρατική επανάσταση τελειώνει μόνο με την
επαναστατική-δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς;
Γενικά, τα μπολσεβίκικα συνθήματα και ιδέες
έχουν επιβεβαιωθεί πλήρως απ την ιστορία, συγκεκριμένα όμως, τα πράγματα
διαμορφώθηκαν διαφορετικά, απ ό,τι θα μπορούσε να περιμένει κανείς, πιο
πρωτότυπα, πιο ιδιόμορφα, πιο ποικιλόμορφα. Το να αγνοείς αυτό το γεγονός, θα
σήμαινε ότι εξομοιώνεσαι με κείνους τους «παλιούς μπολσεβίκους», που πολλές
φορές ήδη έπαιξαν θλιβερό ρόλο στην ιστορία του κόμματός μας, επαναλαμβάνοντας
αβασάνιστα μια αποστηθισμένη διατύπωση, αντί να μελετήσουν την ιδιομορφία της
νέας, της ζωντανής πραγματικότητας.
Η επαναστατική-δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς,
έχει ήδη πραγματοποιηθεί στη ρωσική επανάσταση, γιατί η «διατύπωση» αυτή
προβλέπει μόνο το συσχετισμό των τάξεων, και όχι το συγκεκριμένο πολιτικό
θεσμό που πραγματώνει αυτό το συσχετισμό, αυτή τη συνεργασία. Το Σοβιέτ των
εργατών και στρατιωτών βουλευτών, να η πραγματοποιημένη ήδη απ τη ζωή
επαναστατική-δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς.
Η διατύπωση αυτή πάλιωσε πια. Η ζωή την έβγαλε απ το βασίλειο των
διατυπώσεων και την έμπασε στο βασίλειο της πραγματικότητας, της έδωσε σάρκα
και οστά, τη συγκεκριμενοποίησε και έτσι την τροποποίησε.
Στην ημερήσια διάταξη μπήκε ήδη ένα διαφορετικό, ένα νέο καθήκον: η
διάσπαση στο εσωτερικό αυτής της διακτατορίας ανάμεσα στα προλεταριακά στοιχεία
και στα μικρονοικοκυρίστικα ή μικροαστικά.
Ο μαρξιστής πρέπει να παίρνει υπόψη του τη ζωντανή πραγματικότητα, τα
ακριβή γεγονότα της πραγματικότητας, και όχι να εξακολουθεί να αγκιστρώνεται απ
τη θεωρία του χθες, που όπως και κάθε θεωρία, στην καλύτερη περίπτωση,
προδιαγράφει απλώς το βασικό, το γενικό, πλησιάζει απλώς στη σύλληψη της
πολυπλοκότητας της ζωής.
Κατά την παλιά αντίληψη προκύπτει πως: ύστερα απ την κυριαρχία της αστικής
τάξης, μπορεί και πρέπει ν ακολουθήσει η κυριαρχία του προλεταριάτου και της
αγροτιάς, η δικτατορία τους.
Στη ζωντανή όμως πραγματικότητα, τα πράγματα ήρθαν ήδη διαφορετικά.
Προέκυψε μια εξαιρετικά πρωτότυπη, νέα, πρωτοείδωτη σύμπλεξη του ενός με το
άλλο. Υπάρχουν δίπλα, ταυτόχρονα και η κυριαρχία της αστικής τάξης, και η
επαναστατική-δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς, που
παραδίνει θεληματικά την εξουσία στην αστική τάξη.
Το γεγονός αυτό δεν χωράει στα παλιά σχήματα. Πρέπει να ξέρει κανείς να
προσαρμόζει τα σχήματα στη ζωή, και όχι να επαναλαμβάνει λέξεις για «δικτατορία
του προλεταριάτου και της αγροτιάς» γενικά, λέξεις που έχασαν κάθε νόημα.
Ο μαρξιστής δεν πρέπει να ξεφεύγει απ την ακριβή βάση της ανάλυσης των
ταξικών σχέσεων. Στην εξουσία βρίσκεται η αστική τάξη. Αλλά μήπως και η μάζα
των αγροτών δεν αποτελεί επίσης αστική τάξη διαφορετικού στρώματος,
διαφορετικού είδους, διαφορετικού χαρακτήρα; Από πού βγαίνει ότι αυτό το στρώμα
δεν μπορεί να έρθει στην εξουσία «αποτελειώνοντας» την αστικοδημοκρατική
επανάσταση; Έτσι σκέφτονται συχνά οι παλιοί μπολσεβίκοι.
Απαντώ: αυτό είναι πολύ πιθανό. Ο μαρξιστής όμως, στην εκτίμηση της
στιγμής, δεν πρέπει να ξεκινά απ το πιθανό, αλλά απ το πραγματικό. Και η
πραγματικότητα μας παρουσιάζει το γεγονός ότι οι ελεύθερα εκλεγμένοι στρατιώτες
και αγρότες βουλευτές συμμετέχουν ελεύθερα στη δεύτερη, την παράπλευρη κυβέρνηση
και άλλο τόσο ελεύθερα παραδίνουν την εξουσία στην αστική τάξη (εμείς πάντα
λέγαμε ότι η αστική τάξη κρατιέται όχι μόνο με τη βία, αλλά και με την έλλειψη
συνειδητότητας, τη ρουτίνα, την αποβλάκωση και την ανοργανωσιά των μαζών).
Μπροστά στη σημερινή πραγματικότητα είναι στ αλήθεια γελοίο ν αγνοείς το
γεγονός και να μιλάς για «πιθανότητες».
Είναι πιθανό η αγροτιά να πάρει όλη τη γη και όλη την εξουσία (εγώ δεν
παραβλέπω αυτή τη δυνατότητα (αφηρημένη/Σεπτούλιν).
Είναι όμως πιθανό και το άλλο: οι αγρότες να διατηρήσουν τη συμφωνία τους με
την αστική τάξη, όχι μόνο τυπικά, μα και ουσιαστικά. Πολλά τα πιθανά. Θα ήταν
όμως λάθος να ξεχνάμε την πραγματικότητα που μας παρουσιάζει το γεγονός της
συμφωνίας ή το γεγονός της ταξικής συνεργασίας της αστικής τάξης και της
αγροτιάς. Όταν το γεγονός αυτό πάψει να είναι γεγονός, όταν η αγροτιά ξεκόψει
απ την αστική τάξη, τότε αυτό θα είναι ένα νέο στάδιο της αστικοδημοκρατικής
επανάστασης, και γι αυτό θα γίνει λόγος ιδιαίτερα. Ο μαρξιστής που εξαιτίας της
δυνατότητας ενός τέτοιου μελλοντικού σταδίου, θα ξεχνούσε τις υποχρεώσεις του
σήμερα, τώρα που η αγροτιά συμφωνεί με την αστική τάξη, θα μεταβαλλόταν σε
μικροαστό, επειδή στην πράξη θα καλλιεργούσε την εμπιστοσύνη προς τους
μικροαστούς.
Είναι άγνωστο αν μπορεί τώρα να υπάρξει ακόμη στη Ρωσία μια ιδιαίτερη
«επαναστατική-δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς»
ξεκομμένη απ την αστική κυβέρνηση. Και δεν επιτρέπεται να βασίζουμε την
μαρξιστική τακτική στο άγνωστο. Αν όμως αυτό μπορεί ακόμη να συμβεί, τότε ο
δρόμος που οδηγεί σ αυτό είναι ένας και μόνο ένας: άμεσος, αποφασιστικός,
αμετάκλητος διαχωρισμός των προλεταριακών, κομμουνιστικών στοιχείων του
κινήματος απ τα μικροαστικά. Μόνο η συσπείρωση των προλετάριων, απαλλαγμένων
στην πράξη και όχι στα λόγια απ την επιρροή των μικροαστών, είναι ικανή να
κάνει τόσο «πυρακτωμένο» το έδαφος κάτω απ τα πόδια των μικροαστών, που ν
αναγκαστούν, κάτω από ορισμένες περιστάσεις, να πάρουν την εξουσία.
Όποιος καθοδηγείται στη δράση του μόνο απ τη διατύπωση: «η αστικοδημοκρατική
επανάσταση δεν έχει τελειώσει», είναι σαν να εγγυάται έτσι πως οι μικροαστοί
είναι ασφαλώς ικανοί να τραβήξουν ανεξάρτητα απ την αστική τάξη. Αυτός
παραδίνεται έτσι ανίσχυρος τη στιγμή αυτή, στο έλεος των μικροαστών.
Ωφέλιμο δίδαγμα θα μπορούσε (και θα έπρεπε) να είναι αυτό που έγινε με τους
πολύ ευρυμαθείς, επιστήμονες μαρξιστές και αφοσιωμένους στο σοσιαλισμό αρχηγούς
της ΙΙ διεθνούς, όπως είναι ο Κάουτσκι, ο Όττο Μπάουερ κ.α. Είχαν πλήρη
επίγνωση της ανάγκης μιας ευλύγιστης τακτικής, είχαν μάθει οι ίδιοι και
δίδασκαν και στους άλλους τη διαλεκτική του Μαρξ (και πολλά από εκείνα που
έκαναν σ αυτό τον τομέα θα μείνουν για πάντα πολύτιμο απόκτημα της
σοσιαλιστικής φιλολογίας), στην εφαρμογή όμως αυτής της διαλεκτικής έκαναν
τέτοιο λάθος ή αποδείχθηκαν στην πράξη τόσο μη διαλεκτικοί, αποδείχθηκαν
άνθρωποι σε τέτοιο βαθμό ανίκανοι να υπολογίσουν τη γρήγορη αλλαγή των μορφών
και το γρήγορο γέμισμα των παλιών μορφών με καινούργιο περιεχόμενο, που η τύχη
τους δεν είναι πολύ πιο αξιοζήλευτη από την τύχη του Χάϊντμαν, του Γκέντ και
του Πλεχάνοφ. Η βασική αιτία της χρεοκοπίας τους ήταν ότι, «καρφώνοντας τα
μάτια» σε μια ορισμένη μορφή ανάπτυξης του εργατικού κινήματος και του
σοσιαλισμού, ξεχνούσαν το μονόπλευρο χαρακτήρα της, φοβούνταν να δουν το απότομο
εκείνο σπάσιμο, που οι αντικειμενικές συνθήκες το καθιστούσαν αναπόφευκτο και εξακολουθούσαν
να επαναλαβαίνουν απλές, αποστηθισμένες, τόσο αναμφισβήτητες από πρώτη ματιά
αλήθειες, όσο και ότι το τρία είναι μεγαλύτερο από το δύο. Η πολιτική όμως
μοιάζει πολύ περισσότερο με την άλγεβρα παρά με την αριθμητική και πολύ
περισσότερο με τα ανώτερα μαθηματικά παρά με τα κατώτερα. Στην πραγματικότητα
όλες οι παλιές μορφές του σοσιαλιστικού κινήματος γέμισαν με καινούργιο
περιεχόμενο, μπροστά από τους αριθμούς παρουσιάστηκε γι αυτό το λόγο ένα
καινούργιο σημείο, το «πλήν», ενώ οι σοφοί μας εξακολουθούσαν (και
εξακολουθούν) με πείσμα να βεβαιώνουν τον εαυτό τους και τους άλλους ότι το
«πλήν τρία» είναι μεγαλύτερο από το «πλήν δύο».
(Λένιν, τ. 41, σελ 87-88, «Αριστερισμός, παιδική αρρώστια του
κομμουνισμού»).
(Ηλίας Ιωακείμογλου, "Τι είναι και τι ζητάει η μαρξιστική κριτική απ
την πολιτική οικονομία").
Για τον Μαρξ η κοινωνία δεν συγκροτείται από άτομα, αλλά από κοινωνικές
σχέσεις που έχουν αντικειμενικό χαρακτήρα.
Αυτό που εμφανίζεται σαν "πρόσωπο", είναι ατομικές πρακτικές που
υπάρχουν διάχυτες μέσα στην κοινωνία, και τις οποίες υιοθετεί κάθε άτομο σε
έναν πρωτότυπο και ενδεχομένως μοναδικό συνδυασμό.
Το οικονομικό σύστημα και το σύστημα εξουσίας, καθορίζουν ένα σύνολο θέσεων
με δομή και ιεραρχία. Τα άτομα γίνονται η προσωποποίηση οικονομικών κατηγοριών,
γίνονται φορείς καθορισμένων ταξικών σχέσεων και συμφερόντων. Αυτό που μένει
άθικτο, πέρα από τα άτομα και τα πρόσωπα, είναι η δομή του συστήματος, η
διάρθρωσή του, οι κοινωνικές σχέσεις, οι θεσμικοί ρόλοι.
Κοινωνικές τάξεις καθ εαυτές. (Εν δυνάμει τάξεις. Δυνητικές τάξεις.)
Τα άτομα που ομαδοποιούνται απ τη δομή του οικονομικού συστήματος σε τάξη,
δεν συγκροτούνται πολιτικά, δεν συγκροτούν στην πραγματικότητα τάξη.
Για να υπάρχει πραγματικά μια κοινωνική τάξη (τάξη για τον εαυτό της, που
έχει συνείδηση του εαυτού της), η δράση των μελών της πρέπει να έχει σαν σημείο
πρόσκρουσης το κράτος και να επιχειρεί να μεταβάλει κάτι στη λειτουργία του,
στις δομές του, τους θεσμούς ή τις πολιτικές που ασκεί.
Για τον Μαρξ το οικονομικό σύστημα καθορίζεται απ τις κοινωνικές συνθήκες
και τελικά από την ιστορία.
Οι εξωτερικοί καθορισμοί δρουν, παράγουν αποτελέσματα, μόνο διαμέσου των
εσωτερικών αναγκαίων σχέσεων. Διαμεσολαβείται έτσι η δράση τους απ τους
οικονομικούς νόμους.
Το παράδειγμα των μισθών.
Ο εξωτερικός ως προς τον νόμο παράγοντας (δηλ ο ταξικός συσχετισμός
δυνάμεων), δρα διαμέσου της εσωτερικής αναγκαίας σχέσης (που είναι ο νόμος της
αξίας). Πιο συγκεκριμένα, η αύξηση της ισχύος των εργαζόμενων τάξεων, όταν έχει
διάρκεια, προκαλεί τη διεύρυνση του "καλαθιού" των εμπορευμάτων
(υλικών αγαθών και υπηρεσιών) που είναι αναγκαίο για τη συντήρηση και την
αναπαραγωγή των εργ τάξεων σε κάθε συγκεκριμένη χώρα και εποχή. Εάν θεωρήσουμε
όλους τους άλλους παράγοντες σταθερούς (επομένως και τον κοινωνικά αναγκαίο
χρόνο εργασίας), η αύξηση της ισχύος των εργ τάξεων αυξάνει ανάλογα και τον
κοινωνικά αναγκαίο χρόνο εργασίας που χρειάζεται για την συντήρηση και την
αναπαραγωγή των εργ τάξεων, άρα αυξάνει την αξία της εργ δύναμης.
Η τελική κατάσταση του οικονομικού συστήματος, η τελική έκβαση των
πραγμάτων, δεν είναι προκαθορισμένη από τους νόμους του κεφαλαιοκρατικού τρόπου
παραγωγής. Οι εξωτερικοί καθορισμοί, οι συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες,
μπορούν ν αλλάξουν όχι μόνο τη διαδρομή ενός οικονομικού συστήματος, αλλά και
το τελικό σημείο της ισορροπίας του.
(Ο δρόμος αλλάζει καθώς τον διασχίζουμε και το τέλος του εξαρτάται από το
μονοπάτι που ακολουθούμε-path depedency).
Η νέα μορφή καπιταλισμού που σχηματίζεται τώρα, εξαρτάται από τον δρόμο που
οδηγεί στην έξοδο από την κρίση. Οι κατακτήσεις (ή οι ήττες) των εργαζόμενων
τάξεων ενσωματώνονται μέσα στη λειτουργία του οικονομικού συστήματος, για να
επανεμφανιστούν στη διάρκεια της επόμενης κοινωνικής αντιπαράθεσης σαν
αντικειμενικοί περιοριστικοί παράγοντες.
Μπορούμε να γνωρίσουμε τον σκελετό της εξέλιξης. Το που θα φτάσουμε
εξαρτάται απ τον ζώντα οργανισμό που θα πλαισιώσει τον σκελετό.
[Το "εξαρτάται" έχει σχετική σημασία. Η έννοια της γενικότητας
στην κοινωνική/ιστορική εξέλιξη. Ζωντάνεμα των δυνατοτήτων. Αυτοκαθορισμός
τους].
Κοιτώντας προς τα μπρος βλέπουμε δυνατότητες. Κοιτώντας προς τα πίσω
βλέπουμε αναγκαιότητα.
Δεν γνωρίζουμε τους γενικότερους νόμους, που αποκαλύπτονται μόνο στην
πορεία. ]
(1Α)
Έχει σημασία εδώ να παραθέσω τις απόψεις για την πραγματικότητα και τις
δυνατότητες, ενός συντρόφου από σχετικό πρόσφατο άρθρο του:
"Όχι αποκλειστική, αλλά εξαιρετικά σημαντική προϋπόθεση για την
επαναστατική δράση, είναι η ανίχνευση των δυνατοτήτων, η πεποίθηση
και όσο γίνεται τεκμηρίωση ότι εκτός από το ανυπόφορο εδώ και
ζοφερό τώρα, υπάρχει ένας άλλος χρόνος και μετασχηματισμένος
τόπος, όπου όλα μπορεί να είναι καλύτερα και αλλιώς. Ότι
έξω από το σπήλαιο και το σκοτάδι, υπάρχει η έξοδος και το φως του ήλιου.
Αυτή η προσέγγιση είναι που νοηματοδοτεί διαφορετικά
στον παρόντα χρόνο τη δράση μέσα σε αυτόν, με στόχο ένα
καλύτερο μέλλον.
Η κομμουνιστική κοσμοθεωρητική προσέγγιση, έδωσε υλική
διάσταση στην κινητήρια ουτοπική σκέψη. Ανίχνευσε τις αντικειμενικές
δυνατότητες και υποκειμενικές προϋποθέσεις της δράσης με βάση τα υλικά
συμφέροντα για μια άλλη κοινωνία και ζωή. Διεκδίκησε τη νίκη της
δυνατότητας πάνω στην στασιμότητα της υπάρχουσας πραγματικότητας, άρα και
το δικαίωμα επιλογής και επιβολής της εργατικής τάξης και της ευρύτερης
κοινωνικής πλειοψηφίας, δηλαδή το δικαίωμα και το καθήκον της
επανάστασης ως πυρήνα της ιστορικής πολιτικής δράσης
του εργατικού κινήματος.
Η επαναστατική κομμουνιστική δράση, μα και η άμεση αντίσταση στην
καπιταλιστική βαρβαρότητα, προϋποθέτει και ταυτόχρονα τροφοδοτείται από τη
διαρκή ανάδειξη της απόστασης από το πώς είναι τα πράγματα και του πως
θα μπορούσαν να είναι.
Ποιο είναι αυτό που θέλουμε να επισημάνουμε;
Είτε μιλάμε για τη μάχη για τον κομμουνισμό και την άλλη ζωή, είτε
αναφερόμαστε στην πάλη για τον άλλο δρόμο της αντικαπιταλιστικής ανατροπής,
είτε απαντάμε απλά στο ερώτημα τι θα γίνει μετά από μια έξοδο από την ΕΕ, όλα
τούτα, δεν αποτελούν γραμμική πορεία καταχτήσεων σε μια πορεία τυφλή, ούτε
αποτέλεσμα σταδιακής γραμμικής ανόδου της συνείδησης που θα τα ανακαλύψει όλα
σε κάποιο φαντασιακό εξελικτικό της τέρμα.
Αντίθετα, απαιτείται ταυτόχρονα, η προεικόνιση, η
τεκμηρίωση, η σκιαγράφηση και μαχητική υπεράσπιση του άλλου δρόμου, της άλλης
ζωής, μαζί και μιας νέας κομμουνιστικής απάντησης στα οικουμενικά προβλήματα
της ανθρωπότητας, ως στοιχείο της σημερινής πολιτικής και κοινωνικής
πάλης.
Χρειαζόμαστε μια νέα προσέγγιση για την χειραφέτηση της εργασίας,
τη διπλή απελευθέρωση του χρόνου(μείωση χρόνου εργασίας, αλλαγή
νοήματος ελεύθερου χρόνου), της δημοκρατίας, του κοινωνικού πολιτισμού,
της οικολογίας και της ειρηνικής συνύπαρξης εθνών και
λαών, έξω από το στείρο οικονομισμό της άμεσης επιβίωσης και την ιδεολογική
δικτατορία της ακατάσχετης παροντολογίας.
Στην κυρίαρχη εκδοχή της ηττημένης ιστορικά συστημικής
αριστεράς, «όλα είναι δρόμος» διαδοχικών ανακαλύψεων κρυφών
μυστικών. Στην καλύτερη περίπτωση πρόκειται για μια ρηξιακή
λογική διαρκείας χωρίς το …φόβητρο της επανάστασης
ως συνολική ρήξη.
Δε χρειαζόμαστε μια κομμουνιστική «αναφορά» ως αφηρημένο όραμα ή «υπόθεση»
και «ενδεχόμενο». Ούτε ως κατασκευή ταυτότητας στο ράφι
για κάποιο ακαθόριστο μέλλον, ούτε πολύ περισσότερο ως άλλοθι για
μια δεξιά πολιτική γραμμή στο σήμερα.
Το ζητούμενο είναι διαφορετικό: Το σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα, η
στρατηγική της επανάστασης και η τακτική που την υπηρετεί, ορίζουν,
σηματοδοτούν και τελικά θέτουν τα κριτήρια, τον πυρήνα της
πολιτικής γραμμής και παρέμβασης της κομμουνιστικής αριστεράς και του εργατικού
κινήματος.
Όχι με τρόπο που να περιορίζει (μέσω της ταύτισης) την προσπάθεια μετάβασης και
ανύψωσης από τη σημερινή συνείδηση στην κατανόηση της επαναστατικής
αναγκαιότητας και δυνατότητας, αλλά με έγνοια στο πως θα αποκτά σφρίγος και
συνεκτικότητα, με την καθολικότητα και την έλξη της συνολικής
προοπτικής.
Έχει πίσω της το βάρος της ήττας του ιστορικού κομμουνιστικού
κινήματος, για λόγους που δεν σχετίζονται μόνο με τον αντίπαλο, ούτε
αποκλειστικά με προδοσίες.
Είναι σημαντικό όμως να δούμε τις δυνατότητες, να δεσμευτούμε από την
αναγκαιότητα και να κινηθούμε προς την αναβάθμιση του στρατηγικού
προγραμματικού λόγου για την κομμουνιστική απελευθέρωση, αντιστεκόμενοι
στη λοιδορία περί δήθεν φυγής από το παρόν".
Νομίζω είναι φανερό, ότι οι απόψεις μας κινούνται σε διαμετρικά αντίθετες
κατευθύνσεις. Όμως είναι, και τον θεωρώ σύντροφο. Πιστεύω ότι υπάρχουν
περιθώρια συζήτησης. Πρέπει να συζητήσουμε..
(2)
Ο Λένιν για την κοινωνική επανάσταση (τ. 30, σελ 54-55).
Γιατί όταν νομίζει κανείς ότι μπορεί να νοηθεί κοινωνική επανάσταση χωρίς
εξεγέρσεις των μικρών εθνών στις αποικίες και στην Ευρώπη, χωρίς επαναστατικές
εκρήξεις μιας μερίδας των μικροαστών με όλες τις προλήψεις τους, χωρίς το
κίνημα των μη συνειδητών προλεταριακών και μισοπρολεταριακών μαζών ενάντια στο
τσιφλικάδικο, εκκλησιαστικό, μοναρχικό, εθνικό κλπ ζυγό, όταν σκέφτεται κανείς
έτσι, σημαίνει ότι απαρνείται την κοινωνική επανάσταση.
Είναι σαν να πρόκειται να συνταχθεί από το ένα μέρος ένας στρατός που θα
πει: «εμείς είμαστε υπέρ του σοσιαλισμού» και από το άλλο, ένας άλλος στρατός
που θα πει: «εμείς είμαστε υπέρ του ιμπεριαλισμού», κι αυτό φαντάζονται θα
είναι η κοινωνική επανάσταση!! Μόνο απ αυτή τη σχολαστική και γελοία άποψη
είναι δυνατό να βρίζει κανείς την εξέγερση της Ιρλανδίας, αποκαλώντας την
«πραξικόπημα».
Όποιος περιμένει μια «καθαρή» κοινωνική επανάσταση, δεν θα τη δει ποτέ του.
Αυτός είναι επαναστάτης στα λόγια που δεν καταλαβαίνει τι θα πει αληθινή
επανάσταση.
Η ρωσική επανάσταση του 1905 ήταν αστικοδημοκρατική. Αποτελούνταν από μια
σειρά μάχες όλων των δυσαρεστημένων τάξεων, ομάδων και στοιχείων του πληθυσμού.
Ανάμεσά τους υπήρχαν μάζες με τις πιο πρωτόγονες προλήψεις, με τους πιο ασαφείς
και φανταστικούς σκοπούς του αγώνα, υπήρχαν ομαδούλες που έπαιρναν λεφτά από
τους ιάπωνες, υπήρχαν κερδοσκόποι και τυχοδιώκτες κλπ. Αντικειμενικά, το κίνημα
των μαζών τσάκιζε τον τσαρισμό και ξεκαθάριζε το δρόμο για τη δημοκρατία, γι
αυτό το καθοδηγούσαν οι συνειδητοί εργάτες.
Η σοσιαλιστική επανάσταση στην Ευρώπη δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο, παρά
το ξέσπασμα της μαζικής πάλης όλων των καταπιεζόμενων και δυσαρεστημένων.
Αναπόφευκτα θα πάρουν μέρος σ αυτήν τμήματα των μικροαστών και των
καθυστερημένων εργατών – χωρίς μια τέτοια συμμετοχή δεν είναι δυνατή η μαζική
πάλη, δεν είναι δυνατή καμιά επανάσταση – κι εξίσου αναπόφευκτα θα φέρουν μαζί
τους στο κίνημα τις προλήψεις τους, τις αντιδραστικές τους φαντασιοπληξίες, τις
αδυναμίες και τα λάθη τους. αντικειμενικά όμως θα επιτίθενται ενάντια στο
κεφάλαιο, και η συνειδητή εμπροσθοφυλακή της επανάστασης, το πρωτοπόρο
προλεταριάτο, εκφράζοντας αυτή την αντικειμενική αλήθεια της ποικιλόχρωμης και
ποικιλόφωνης, ανομοιόμορφης και εξωτερικά κομματιασμένης μαζικής πάλης, θα
μπορέσει να τη συνενώσει και να την κατευθύνει, να κατακτήσει την εξουσία, να
καταλάβει τις τράπεζες, να απαλλοτριώσει τα μισητά για όλους (αν και για
διάφορους λόγους!) τράστ και να πραγματοποιήσει άλλα δικτατορικά μέτρα, που στο
σύνολό τους μας δίνουν την ανατροπή της αστικής τάξης και τη νίκη του
σοσιαλισμού, νίκη που κάθε άλλο παρά «θα ξεκαθαριστεί» αμέσως από τη
μικροαστική σκουριά.
(Λένιν, «Η επαναστατική δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς», τ. 10, σελ 27-28).
Πρέπει στ αλήθεια να αντιλαμβάνεται
κανείς την ιστορία σα μαθητούδι για να φαντάζεται την υπόθεση χωρίς «άλματα»,
με τη μορφή κάποιας βραδείας και ισόμετρης ανοδικής ευθύγραμμης κίνησης: στην
αρχή έχει ας πούμε σειρά η φιλελεύθερη μεγαλοαστική τάξη με τις
μικροπαραχωρήσεις της απολυταρχίας, έπειτα έρχεται η επαναστατική μικροαστική
τάξη με τη λαοκρατική δημοκρατία, τέλος το προλεταριάτο με τη σοσιαλιστική
επανάσταση.
Η εικόνα αυτή είναι σωστή σε
γενικές γραμμές, είναι σωστή όταν αντιστοιχεί σε μια «μακρόχρονη περίοδο», όπως
λένε οι γάλλοι, σε καμιά εκατοστή χρόνια, αλλά για να καταρτίζει κανείς με βάση
αυτή την εικόνα το σχέδιο της δικής του δράσης σε μια επαναστατική εποχή,
πρέπει νάναι αριστοτέχνης του φιλισταϊσμού.
("΄Ενα
απ τα θεμελιακά ζητήματα", Λένιν, τ. 31, σελ. 300-303).
...η
ρωσική εργαζόμενη μάζα αποτελείται από εργάτες και αγρότες. Την πλειοψηφία
αποτελούν οι αγρότες. Αυτοί είναι μικρονοικοκυρέοι ή νοικοκυράκηδες. Ο Πλεχάνοφ
μπέρδεψε την "εργαζόμενη μάζα" με τη μάζα των προλετάριων και των
μισοπρολετάριων.
Η
εθνικοποίηση της γης δεν είναι
σοσιαλιστική επανάσταση αλλά αστική, όμως ταυτόχρονα είναι ένα χτύπημα ενάντια
στην ατομική ιδιοκτησία σε ένα σπουδαιότατο μέσο παραγωγής. Ένα τέτοιο χτύπημα
δυναμώνει τους προλετάριους και τους μισοπρολετάριους ασύγκριτα περισσότερο απ
ότι έγινε στις επαναστάσεις του 17ου, 18ου και 19ου αιώνα.
Μπορεί η
πλειοψηφία των αγροτών στη Ρωσία να ταχθεί υπέρ της συγχώνευσης όλων των
τραπεζών σε μία; Μπορεί... Είναι δυνατή από οικονομική άποψη αυτή η συγχώνευση
και μπορεί να πραγματοποιηθεί αμέσως. Αυτό δεν είναι ακόμη σοσιαλισμός.
Συμφέρει
στην πλειοψηφία του λαού και μπορεί να ταχθεί υπέρ του περάσματος του συνδικάτου
των ζαχαροβιομηχάνων στα χέρια του κράτους, κάτω απ τον έλεγχο των εργατών και
των αγροτών και υπέρ της ελάττωσης της τιμής της ζάχαρης. Αυτό είναι δυνατό από
οικονομική άποψη, γιατί το συνδικάτο των ζαχαροβιομηχάνων έχει ήδη συγχωνευτεί
οικονομικά έναν παραγωγικό οργανισμό παγκρατικής κλίμακας, αλλά και βρισκόταν
ήδη κάτω απ τον έλεγχο του "κράτους" ακόμη επί τσαρισμού. Αυτό δεν
είναι ακόμη σοσιαλισμός.
Τα μέτρα
αυτά θα δυναμώσουν ή θα εξασθενίσουν τη σημασία, το ρόλο την επιρροή των
προλετάριων και μισοπρολετάριων στη μάζα όλου του πληθυσμού; Αναμφισβήτητα θα
τα δυναμώσουν, γιατί τα μέτρα αυτά δεν είναι "μικρονοικοκυρίστικα"
μέτρα και η δυνατότητα πραγματοποίησής τους δημιουργήθηκε απ τις αντικειμενικές
συνθήκες που υπάρχουν τώρα.
Ύστερα
απ αυτά τα μέτρα, θα είναι πέρα για πέρα δυνατά τα κατοπινά βήματα προς το
σοσιαλισμό στη Ρωσία.
(3)
(Λένιν, τ.
34, σελ. 122-124, "Απ το ημερολόγιο ενός δημοσιολόγου").
...Ο
δημοσιογράφος της "Νόβαγια Ζίζν" Σουχάνοφ, ένας από τους καλύτερους
εκπροσώπους της μικροαστικής δημοκρατίας, έχει ειλικρινή τάση προς το
διεθνισμό, κατέχει γνώσεις και έχει τη θέληση να ξεκαθαρίζει μόνος του τα
σοβαρά ζητήματα, πράγμα που το απέδειξε με τη μακρόχρονη εξέλιξή του από τον
εσερισμό προς τον επαναστατικό μαρξισμό. Γι αυτό και είναι τόσο πιο
χαρακτηριστικό το ότι ακόμη και τέτοιοι άνθρωποι μπορούν στις πιο υπεύθυνες
στιγμές της επανάστασης, να σερβίρουν στον αναγνώστη σχετικά με τα βασικά
ζητήματά της τόσο επιπόλαιες σκέψεις, όπως η παρακάτω: "...η κυβέρνηση και
η πολιτική της μπορούν να κρατηθούν μόνο με τη θέληση της πλειοψηφίας των
Σοβιέτ. Η επαναστατική δημοκρατία παραχώρησε θεληματικά όλη την επιρροή της. Τα
δημοκρατικά όργανα θα μπορούσαν ακόμη να την επανακτήσουν πολύ εύκολα...".
Τα λόγια
αυτά περιέχουν την πιο επιπόλαιη, την πιο τερατώδη αναλήθεια, σχετικά με το πιο
σπουδαίο ζήτημα της επανάστασης... Οι πολίτες της "Νόβαγια Ζίζν"
έχουν πραγματικά μια κοινή ιδεολογική βάση: την ανόητη, τη μικροαστική ευπιστία
στους ευσεβείς πόθους, που τη μετέφεραν αβασάνιστα μέσα από το μικροαστικό περιβάλλον. Σ αυτή τη μικροαστική
ευπιστία βρίσκεται η ρίζα του κακού της επανάστασής μας.
Ο Σουχάνοφ
θα υπέγραφε ασφαλώς με τα δυο του τα χέρια την απαίτηση του μαρξισμού απέναντι
σε κάθε σοβαρή πολιτική και συγκεκριμένα: να βρίσκονται στη βάση της, να
παίρνονται για βάση της γεγονότα που επιδέχονται ακριβή αντικειμενικό έλεγχο.
Πως θα
μπορούσε να αποδείξει ο Σουχάνοφ ότι η κυβέρνηση "μπορεί να κρατηθεί μόνο
με τη θέληση των Σοβιέτ", ότι τους είναι πολύ εύκολο "να επανακτήσουν
όλη την επιρροή τους", ότι θα μπορούσαν χωρίς "δυσκολία" ν
αλλάξουν την πολιτική της Προσωρινής Κυβέρνησης;
Ο Σουχάνοφ
θα μπορούσε να επικαλεστεί, πρώτο, τη γενική του εντύπωση, το
"εξόφθαλμο" της δύναμης των Σοβιέτ, την εμφάνιση του Κέρενσκι στο
Σοβιέτ, τα ευγενικά λόγια του ενός ή του άλλου υπουργού κλπ. Αυτό θα ήταν
φυσικά, μια πολύ κακή απόδειξη, ή σωστότερα, ομολογία ότι λείπουν τελείως οι
αποδείξεις, ότι λείπουν τελείως τα αντικειμενικά γεγονότα.
Ο Σουχάνοφ
θα μπορούσε να επικαλεστεί, δεύτερο το αντικειμενικό γεγονός ότι η τεράστια
πλειοψηφία των αποφάσεων των εργατών, των στρατιωτών και των αγροτών εκφράζεται
κατηγορηματικά υπέρ των Σοβιέτ και υπέρ της υποστήριξής τους. Οι αποφάσεις
αυτές αποδείχνουν, λέει, τη θέληση της πλειοψηφίας του λαού.
Ο
συλλογισμός αυτός είναι τελείως αβάσιμος.
Σε όλες τις
επαναστάσεις, η θέληση της πλειοψηφίας των εργατών και των αγροτών, δηλ
αναμφισβήτητα η θέληση της πλειοψηφίας του πληθυσμού, ήταν υπέρ της
δημοκρατίας. Και παρόλα αυτά, οι πιο πολλές επαναστάσεις τελείωσαν με την ήττα
της δημοκρατίας.
Ο Μάρξ
ειρωνεύονταν αμείλικτα τους μικροαστούς δημοκράτες, που ήθελαν να νικούν με
αποφάσεις και αναφορές στη θέληση της πλειοψηφίας του λαού.
...αυτή και
μόνο η αναφορά σαν απόδειξη, είναι ακριβώς δείγμα μικροαστικής αυταπάτης,
δείχνει την έλλειψη επιθυμίας ν αναγνωρίσεις ότι στην επανάσταση πρέπει να
νικηθούν οι εχθρικές τάξεις, πρέπει να ανατραπεί η κρατική εξουσία που τις
υποστηρίζει και ότι για να γίνει αυτό, δεν αρκεί η "θέληση της πλειοψηφίας
του λαού", αλλά χρειάζεται η
δύναμη των επαναστατικών τάξεων, που θέλουν και είναι ικανές ν
αγωνιστούν, και μάλιστα η δύναμη που στην αποφασιστική στιγμή και στο
αποφασιστικό σημείο θα συνέτριβε την εχθρική δύναμη.
Πόσες φορές
δεν έτυχε στις επαναστάσεις, μια μικρή, μα καλά οργανωμένη, εξοπλισμένη και
συγκεντρωμένη δύναμη των ιθυνουσών τάξεων, των τσιφλικάδων και της αστικής
τάξης, να τσακίζει τμηματικά την κακά οργανωμένη, κακά εξοπλισμένη, την κομματιασμένη
δύναμη της "πλειοψηφίας του λαού"...
(4)
Η εσωκομματική δημοκρατία
" Περισσότερο φως, ας τα ξέρει όλα το κόμμα, ας του δοθεί όλο, απολύτως όλο
το υλικό για την αξιολόγηση των κάθε λογής διαφωνιών, των επιστροφών στον
αναθεωρητισμό, την παραβίαση της πειθαρχίας κλπ. Περισσότερη εμπιστοσύνη στην
αυτοτελή κρίση όλης της μάζας των κομματικών στελεχών.
Στο ερώτημα «τι δεν πρέπει να κάνουμε» εγώ θ απαντούσα:
να μην κρύβουμε απ το κόμμα τις αφορμές της διάσπασης που εμφανίζονται και
μεγαλώνουν, να μην κρύβουμε τίποτε απ τα περιστατικά και γεγονότα που αποτελούν
αυτές τις αφορμές. Κάτι περισσότερο, να μην τα κρύβουμε όχι μόνο απ το κόμμα,
αλλά όσο είναι δυνατόν και απ το κοινό που είναι ξένο προς αυτά. Πλατιά
δημοσιότητα, να το πιο σωστό και το μοναδικό ασφαλές μέσο για ν αποφευχθούν
όσες διασπάσεις μπορούν ν αποφευχθούν, για να περιοριστεί στο μίνιμουμ η ζημιά
απ τις διασπάσεις εκείνες που έχουν γίνει πια αναπόφευκτες.
Μόνο η πλατιά δημοσιότητα σπάζει όλες τις μονοκόμματες,
μονόπλευρες, ιδιότροπες παρεκκλίσεις, μόνο αυτή μετατρέπει τους κάποτε ανόητους
και γελοίους «τσακωμούς» των «μικροομάδων» σε ωφέλιμο και απαραίτητο υλικό
κομματικής αυτοδιαπαιδαγώγησης.
Και μόνο ύστερα από πολλές τέτοιες ανοιχτές συζητήσεις
μπορεί να διαμορφωθεί ένα πραγματικά αρμονικό συλλογικό όργανο καθοδήγησης. Θα
δημιουργηθεί για τους εργάτες μια τέτοια κατάσταση όπου να μην μπορούν να
πάψουν να μας καταλαβαίνουν, μόνο τότε το «επιτελείο» μας θα στηρίζεται
πραγματικά στην ελεύθερη και συνειδητή θέληση μιας στρατιάς που θ ακολουθεί το
επιτελείο και ταυτόχρονα θα κατευθύνει το επιτελείο της".
(Λένιν, τ. 8, σελ 93-97).
"Βλέποντας πως η ΚΕ
ούτε καν απάντησε στις επίμονες υποδείξεις που έκανα μ αυτό το πνεύμα από την
αρχή της Δημοκρατικής σύσκεψης, πως το Κεντρικό Όργανο σβήνει από τα άρθρα μου
τα σημεία που μιλούν για τέτοια εξόφθαλμα λάθη των μπολσεβίκων, σαν την
επονείδιστη απόφαση να πάρουν μέρος στο Προκοινοβούλιο, σαν την παραχώρηση
θέσης στους μενσεβίκους στο Προεδρείο του Σοβιέτ κλπ κλπ, βλέποντας όλα αυτά,
οφείλω να διακρίνω έναν «λεπτό» υπαινιγμό ότι η ΚΕ δεν θέλει ούτε και να
συζητήσει αυτό το ζήτημα, έναν λεπτό υπαινιγμό ότι πρέπει να κλείσω το στόμα,
κι ότι πρέπει ν αποσυρθώ.
Είμαι υποχρεωμένος να βάλω ζήτημα αποχώρησής μου από την ΚΕ και το κάνω αυτό διατηρώντας την ελευθερία να κάνω ζύμωση στη βάση του κόμματος και στο συνέδριο του κόμματος.
Είμαι υποχρεωμένος να βάλω ζήτημα αποχώρησής μου από την ΚΕ και το κάνω αυτό διατηρώντας την ελευθερία να κάνω ζύμωση στη βάση του κόμματος και στο συνέδριο του κόμματος.
Γιατί έχω την ακλόνητη
πεποίθηση ότι «αν περιμένουμε» το συνέδριο των Σοβιέτ και αφήσουμε να χαθεί
τώρα η στιγμή, χαντακώνουμε την επανάσταση".
(Λένιν, «Η κρίση
ωρίμασε», τ. 34, σελ. 283).
"Δεν πρέπει να κρύβουμε τα λάθη μας μπροστά στον
εχθρό. Όποιος το φοβάται αυτό, δεν είναι επαναστάτης. Αντίθετα, αν δηλώσουμε
ανοιχτά στους εργάτες: «Μάλιστα, κάναμε λάθη», αυτό σημαίνει ότι στο μέλλον τα
λάθη αυτά δεν θα επαναλαμβάνονται και ότι θα μπορέσουμε να κάνουμε καλύτερη
επιλογή της στιγμής".
(Λένιν, τ. 44, σελ. 33, «Το ΙΙΙ συνέδριο της κομμ
διεθνούς»).
"Το ζήτημα
δεν μπαίνει έτσι: ή «εσωτερική ειρήνη» ή «εσωκομματική πάλη».
Στην πραγματικότητα το ζήτημα τίθεται έτσι: ή οι τωρινές σκεπασμένες μορφές εσωκομματικής πάλης που ασκούν αποσυνθετική επίδραση στο ηθικό των μαζών, ή η ανοιχτή, η πάλη αρχών ανάμεσα στο διεθνιστικό-επαναστατικό ρεύμα και στη γκρυτλιανή κατεύθυνση μέσα κι έξω απ το κόμμα.
Στην πραγματικότητα το ζήτημα τίθεται έτσι: ή οι τωρινές σκεπασμένες μορφές εσωκομματικής πάλης που ασκούν αποσυνθετική επίδραση στο ηθικό των μαζών, ή η ανοιχτή, η πάλη αρχών ανάμεσα στο διεθνιστικό-επαναστατικό ρεύμα και στη γκρυτλιανή κατεύθυνση μέσα κι έξω απ το κόμμα.
Ένας τέτοιος όμως
αγώνας, όπου η γκρυτλιανή κατεύθυνση μέσα στο κόμμα (κι αυτή είναι πολύ πιο
σπουδαία και πολύ πιο επικίνδυνη από εκείνη που βρίσκεται έξω από το κόμμα) θα
εξαναγκαστεί να αγωνίζεται ανοιχτά ενάντια στους αριστερούς και οι δυο
κατευθύνσεις θα εμφανίζονται παντού με τις δικές τους ανεξάρτητες αντιλήψεις
και με τη δική τους πολιτική, θα αγωνίζονται η μια κατά της άλλης από άποψη
αρχών, αφήνοντας τη λύση
των σπουδαίων ζητημάτων αρχών πραγματικά στη μάζα των κομματικών συντρόφων και
όχι μόνο στους «αρχηγούς», ένας τέτοιος αγώνας είναι απαραίτητος και ωφέλιμος,
αυτός διαπαιδαγωγεί τις μάζες στο πνεύμα της ανεξαρτησίας και της ικανότητας να
εκπληρώσουν το κοσμοϊστορικό επαναστατικό τους καθήκον".
(Λένιν, τ. 30,
σελ 221-222, «Θεμελιακές θέσεις σχετικά με το ζήτημα του πολέμου»).
"Ακριβώς για
να μην εκφυλίζεται η αναπόφευκτη και αναγκαία πάλη των κατευθύνσεων σε ανταγωνισμό
«ευνοουμένων», σε προσωπικές προστριβές, σε μικροϋποβλέψεις, σε μικροσκάνδαλα,
ακριβώς γι αυτό όλα τα μέλη του σοσιαλδημοκρατικού κόματος έχουν την υποχρέωση
να φροντίσουν για τη διεξαγωγή ανοιχτής πάλης αρχών ανάμεσα στις διάφορες
κατευθύνσεις της σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής".
(Λένιν, τ. 30,
σελ 205, «Οι αριστεροί τσιμερβαλντινοί στο ελβετικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα»).
"Καλούμε
όλους τους συντρόφους τόσο τους οτζοβιστές όσο και τους ορθόδοξους μπολσεβίκους
να εκθέσουν τις απόψεις τους από τις στήλες της εφημερίδας «Προλετάρι». Αν
χρειαστεί θα εκδόσουμε τα υλικά που μας στέλνονται και σε ιδιαίτερη μπροσούρα.
Ιδεολογική καθαρότητα και συνέπεια, να τι μας χρειάζεται ιδιαίτερα στη σημερινή
δύσκολη στιγμή. Ας αφήσουμε τους κ.κ. εσέρους να σκεπάζουν τις διαφωνίες τους
και να συγχαίρουν τον εαυτό τους για την «ομοφωνία» τη στιγμή που
δικαιολογημένα λένε γι αυτούς: σ αυτούς βρίσκεις ό,τι θέλεις, απ το
φιλελευθερισμό των ενέσων ως το φιλελευθερισμό με τη βόμβα.
Η ομάδα μας δεν
πρέπει να φοβάται την εσωτερική ιδεολογική πάλη, μια κι αυτή είναι απαραίτητη.
Θα δυναμώσει ακόμη περισσότερο μέσα σ αυτή. Εμείς είμαστε υποχρεωμένοι πολύ
περισσότερο να ξεκαθαρίζουμε τις διαφωνίες μας…
Καλούμε τους σ
μπολσεβίκους στην πάλη για την ιδεολογική καθαρότητα και για το σάρωμα όλων των
παρασκηνιακών μηχανορραφιών, απ όπου κι αν προέρχονται… Ιδεολογική καθαρότητα,
σαφείς απόψεις, γραμμή που να στηρίζεται σε αρχές".
(Λένιν, τ. 17,
σελ. 376-377)
"Η κριτική
μέσα στα όρια των βάσεων του προγράμματος του κόμματος πρέπει να είναι ολότελα
ελεύθερη και όχι μόνο στις κομματικές συνελεύσεις αλλά και στις πλατιές
συνελεύσεις.
Η πολιτική δράση του κόμματος πρέπει να
είναι ενιαία. Κανενός είδους «εκκλήσεις» που παραβιάζουν την ενότητα
συγκεκριμένων ενεργειών δεν επιτρέπονται ούτε στις πλατιές συνελεύσεις,
ούτε στις κομματικές συνελεύσεις, ούτε στον κομματικό τύπο. Π.χ. σε μια περίοδο
που οι εκλογές δεν έχουν ακόμα οριστεί, επιτρέπεται παντού στα μέλη του
κόμματος να κριτικάρουν την απόφαση για συμμετοχή στις εκλογές. Στην περίοδο των
εκλογών δεν επιτρέπονται απολύτως και πουθενά κανενός είδους εκκλήσεις των
μελών του κόμματος για αποχή απ τις εκλογές.
Η αρχή του
δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και της αυτονομίας των τοπικών οργάνων σημαίνει
ακριβώς την ελευθερία κριτικής, πλήρη και παντού, εφόσον δεν παραβιάζεται μ
αυτό η ενότητα κάποιας συγκεκριμένης ενέργειας και το απαράδεκτο
οποιασδήποτε κριτικής που υποσκάπτει ή δυσκολεύει την ενότητα κάποιας ενέργειας
που έχει αποφασίσει το κόμμα".
(Λένιν, τ. 13,
σελ 131).
"Η ζωή των ιδεών μέσα στο κόμμα δεν θα μπορούσε να
γίνει κατανοητή, χωρίς προσωρινές ιδεολογικές ομάδες. Οι ομάδες φυσικά είναι
ένα «κακό», όπως και οι διαφωνίες. Μα αυτό το κακό αποτελεί ένα συστατικό τόσο
αναγκαίο για τη διαλεκτική εξέλιξη του κόμματος, όσο είναι οι τοξίνες για να
ζήσει ο ανθρώπινος οργανισμός. Η μεταμόρφωση των ομάδων σε οργανωμένες φράξιες,
και προπαντός σε φράξιες κλεισμένες στον εαυτό τους, είναι ένα κακό ακόμα
μεγαλύτερο. Η τέχνη του να διευθύνεις το κόμμα συνίσταται ακριβώς στο να
προλαβαίνεις αυτή τη μεταμόρφωση. Κι αυτό δεν μπορεί να το κατορθώσει κανείς με
απλές απαγορευτικές διατάξεις.
Στο 10ο συνέδριο, τη στιγμή που μαίνονταν η
εξέγερση της Κρονστάνδης και οι ανταρσίες των κουλάκων, ο Λένιν πρότεινε την
υιοθέτηση μιας απόφασης που απαγόρευε τις φράξιες και τις ομάδες. Με τη λέξη
ομάδες δεν εννοούσε κανείς τις προσωρινές τάσεις που αναπόφευκτα σχηματίζονταν
στη διάρκεια του προτσές της ζωής του κόμματος, μα τις ίδιες τις φράξιες που
παρουσιάζονταν σαν ομάδες. Η μάζα του κόμματος κατάλαβε πολύ καλά τον θανάσιμο
κίνδυνο της στιγμής, και υποστήριξε τον ηγέτη της, υιοθετώντας μια απόφαση
σκληρή και αμείλιχτη: την απαγόρευση των φραξιών και των ομάδων. Μα το κόμμα
γνώριζε επίσης πολύ καλά πως ήταν η κεντρική επιτροπή που κατευθύνονταν από τον
Λένιν, που θα διερμήνευε αυτή τη φόρμουλα. Ήξερε πως δεν θα είχαμε μια ερμηνεία
κτηνώδη και δόλια, ούτε για ένα λόγο παραπάνω, καταχρήσεις εξουσίας. Το κόμμα
ήξερε πως ακριβώς ύστερα από ένα χρόνο, κι ακόμα ύστερα από ένα μήνα, αν το 1/3
των μελών του το επιθυμούσε, στο επόμενο συνέδριο, το κόμμα θα έλεγχε την
εμπειρία που αποκτήθηκε, και θα έκανε τις απαραίτητες διορθώσεις. Η απόφαση
όμως του 10ου συνεδρίου πάνω στις φράξιες και τις ομάδες που από
τότε κιόλας απαιτούσε να διερμηνευτεί και να εφαρμοστεί με σύνεση, δεν αποτελεί
μια απόλυτη αρχή που κυριαρχεί πάνω σ όλες τις άλλες ανάγκες ανάπτυξης του
κόμματος, ανεξάρτητα από χώρα, από κατάσταση και από εποχή. Πραγματικά, ο
σκοπός δεν είναι ν απαγορέψεις τις φράξιες, μα να πετύχεις την εξαφάνισή τους.
Η φράξια του μηχανισμού που κρύβεται απ το κόμμα, σχηματίστηκε μέσα στο κομμ.
Κόμμα της ΕΣΣΔ ήδη πριν από το 12ο συνέδριο. Μα στο μέτρο που αυτή η
φράξια του μηχανισμού, η κλεισμένη στον εαυτό της, τοποθετείται πιο τολμηρά έξω
από τον έλεγχο της μάζας του κόμματος, το προτσές κατατεμαχισμού σε φράξιες όχι
μονάχα στη βάση, μα και στους ίδιους τους κόλπους του μηχανισμού, γίνεται πιο
τραχύ και πιο βαθύ".
(Τρότσκι, «Η στρατηγική και η τακτική στην ιμπεριαλιστική
εποχή»).
(5)
ΤΟΝΙ
ΚΛΙΦ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΡΟΤΣΚΙ (3 ΤΟΜΟΙ)
ΟΙ
ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΟΙ ΣΤΗΝ ΟΚΤΩΒΡΙΑΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ (ΠΡΑΚΤΙΚΑ Κ.Ε. ΜΠΟΛΣ. ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΑΥΓ
΄17-ΟΚΤ ΄18)
(6)
Τάξεις,
κόμματα και ηγεσία.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αριθμητική δύναμη, η συγκέντρωση, η κουλτούρα και η πολιτική σημασία του βιομηχανικού προλεταριάτου εξαρτώνται απ το βαθμό ανάπτυξης της καπιταλιστικής βιομηχανίας. Αλλά αυτή η εξάρτηση δεν είναι άμεση. Η πολιτική δύναμη των τάξεων μιας χώρας δεν καθορίζεται μονοσήμαντα απ τις παραγωγικές σχέσεις, αλλά επιπλέον από έναν ολόκληρο αριθμό κοινωνικών και πολιτικών παραγόντων εθνικού και διεθνούς χαρακτήρα, οι οποίοι μετατοπίζουν και μερικές φορές αλλάζουν εντελώς την πολιτική αντανάκλαση των οικονομικών σχέσεων. Παρά το γεγονός ότι το επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων των ΗΠΑ είναι δέκα φορές ανώτερο από αυτό της Ρωσίας, ωστόσο ο πολιτικός ρόλος του ρώσικου προλεταριάτου, η επιρροή του στην πολιτική της χώρας και η πιθανότητα να επηρεάσει την παγκόσμια πολιτική στο άμεσο μέλλον είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη απ ότι του αμερικανικού προλεταριάτου.
(Τρότσκι: Αποτελέσματα και προοπτικές,1906).
Το κομμουνιστικό κόμμα είναι κόμμα προλεταριακό και
αντιφασιστικό, αν και καθοδηγείται λαθεμένα.
αντιφασιστικό, αν και καθοδηγείται λαθεμένα.
Η σοσιαλδημοκρατία παρά την εργατική της σύνθεση, είναι πέρα για πέρα αστικό κόμμα, που μέσα σε «κανονικές» συνθήκες διευθύνεται επιτήδεια απ την άποψη των αστικών
σκοπών, που δεν αξίζει τίποτα σε συνθήκες κοινωνικής κρίσης.
σκοπών, που δεν αξίζει τίποτα σε συνθήκες κοινωνικής κρίσης.
Οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες είναι αναγκασμένοι παρά τη θέλησή τους ν
αναγνωρίσουν τον αστικό χαρακτήρα της σοσιαλδημοκρατίας...
...η σοσιαλδημοκρατία που σήμερα είναι ο κύριος αντιπρόσωπος του αστικού
κοινοβουλευτικού καθεστώτος, στηρίζεται πάνω στους εργάτες...
...στο δημοκρατικό καθεστώς της εξελιγμένης καπιταλιστικής κοινωνίας η
μπουρζουαζία στηρίζεται κυρίως πάνω στην εργατική τάξη που την έχουν
«μερέψει» οι ρεφορμιστές. Αυτό το σύστημα εκφράζεται με τον πιο τέλειο
τρόπο στην Αγγλία τόσο καλά κάτω απ την εργατική κυβέρνηση, όσο και
κάτω απ την συντηρητική κυβέρνηση.
Στο φασιστικό καθεστώς, τουλάχιστον στο 1ο στάδιο, το κεφάλαιο στηρίζεται
στη μικροαστική τάξη, που καταστρέφει τις οργανώσεις του προλεταριάτου.
Τέτοιο είναι το παράδειγμα της Ιταλίας.
Υπάρχει καμιά διαφορά στο «ταξικό περιεχόμενο» ανάμεσα σ αυτά τα
καθεστώτα; Αν τεθεί μονάχα το ζήτημα της κυρίαρχης τάξης, δεν υπάρχει
καμιά διαφορά. Αλλά αν αντιμετωπίσουμε την κατάσταση και τις σχέσεις
ανάμεσα σε όλες τις τάξεις, η διαφορά αποκαλύπτεται αρκετά μεγάλη απ την
άποψη του προλεταριάτου...
...Η τάξη καθ εαυτήν είναι απλώς ένα υλικό για εκμετάλλευση. Ο κύριος
ρόλος του προλεταριάτου αρχίζει τη στιγμή που από μια κοινωνική τάξη καθ
εαυτήν, μεταβάλλεται σε μια πολιτική τάξη για τον εαυτό της. Αυτό μπορεί
να γίνει μονάχα δια μέσου του κόμματος. Το κόμμα είναι το ιστορικό
όργανο με τη βοήθεια του οποίου η τάξη αποκτά συνείδηση του εαυτού της.
Όταν λέμε ότι «η τάξη είναι πάνω από το κόμμα» σημαίνει πως βεβαιώνουμε
ότι η τάξη στην πρωτόγονή της κατάσταση είναι πάνω απ την τάξη που
τείνει ν αποκτήσει την ταξική της συνείδηση. Αυτό δεν είναι μονάχα
λαθεμένο αλλά και αντιδραστικό...
...η εξέλιξη της τάξης προς την αυτοσυνείδησή της, δηλαδή η οικοδόμηση
ενός επαναστατικού κόμματος που έλκει πίσω του το προλεταριάτο, είναι
ένα αντιφατικό και σύνθετο προτσές. Η τάξη δεν είναι ομοιογενής. Τα
διάφορα τμήματά της αποκτούν συνείδηση από διαφορετικούς δρόμους και
σε διαφορετικούς χρόνους. Η μπουρζουαζία συμμετέχει ενεργητικά σ αυτό
το προτσές. Δημιουργεί τα όργανά της μέσα στην εργατική τάξη ή
χρησιμοποιεί τα όργανα που υπάρχουν, αντιτάσσοντας ορισμένα στρώματα
εργατών σε άλλα. Στους κόλπους του προλεταριάτου δρουν ταυτόχρονα
διαφορετικά κόμματα. Γι αυτό παραμένει πολιτικά διασπασμένο κατά τη
διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους της ιστορικής του πορείας...
(Τρότσκι, «Και τώρα;»).
αναγνωρίσουν τον αστικό χαρακτήρα της σοσιαλδημοκρατίας...
...η σοσιαλδημοκρατία που σήμερα είναι ο κύριος αντιπρόσωπος του αστικού
κοινοβουλευτικού καθεστώτος, στηρίζεται πάνω στους εργάτες...
...στο δημοκρατικό καθεστώς της εξελιγμένης καπιταλιστικής κοινωνίας η
μπουρζουαζία στηρίζεται κυρίως πάνω στην εργατική τάξη που την έχουν
«μερέψει» οι ρεφορμιστές. Αυτό το σύστημα εκφράζεται με τον πιο τέλειο
τρόπο στην Αγγλία τόσο καλά κάτω απ την εργατική κυβέρνηση, όσο και
κάτω απ την συντηρητική κυβέρνηση.
Στο φασιστικό καθεστώς, τουλάχιστον στο 1ο στάδιο, το κεφάλαιο στηρίζεται
στη μικροαστική τάξη, που καταστρέφει τις οργανώσεις του προλεταριάτου.
Τέτοιο είναι το παράδειγμα της Ιταλίας.
Υπάρχει καμιά διαφορά στο «ταξικό περιεχόμενο» ανάμεσα σ αυτά τα
καθεστώτα; Αν τεθεί μονάχα το ζήτημα της κυρίαρχης τάξης, δεν υπάρχει
καμιά διαφορά. Αλλά αν αντιμετωπίσουμε την κατάσταση και τις σχέσεις
ανάμεσα σε όλες τις τάξεις, η διαφορά αποκαλύπτεται αρκετά μεγάλη απ την
άποψη του προλεταριάτου...
...Η τάξη καθ εαυτήν είναι απλώς ένα υλικό για εκμετάλλευση. Ο κύριος
ρόλος του προλεταριάτου αρχίζει τη στιγμή που από μια κοινωνική τάξη καθ
εαυτήν, μεταβάλλεται σε μια πολιτική τάξη για τον εαυτό της. Αυτό μπορεί
να γίνει μονάχα δια μέσου του κόμματος. Το κόμμα είναι το ιστορικό
όργανο με τη βοήθεια του οποίου η τάξη αποκτά συνείδηση του εαυτού της.
Όταν λέμε ότι «η τάξη είναι πάνω από το κόμμα» σημαίνει πως βεβαιώνουμε
ότι η τάξη στην πρωτόγονή της κατάσταση είναι πάνω απ την τάξη που
τείνει ν αποκτήσει την ταξική της συνείδηση. Αυτό δεν είναι μονάχα
λαθεμένο αλλά και αντιδραστικό...
...η εξέλιξη της τάξης προς την αυτοσυνείδησή της, δηλαδή η οικοδόμηση
ενός επαναστατικού κόμματος που έλκει πίσω του το προλεταριάτο, είναι
ένα αντιφατικό και σύνθετο προτσές. Η τάξη δεν είναι ομοιογενής. Τα
διάφορα τμήματά της αποκτούν συνείδηση από διαφορετικούς δρόμους και
σε διαφορετικούς χρόνους. Η μπουρζουαζία συμμετέχει ενεργητικά σ αυτό
το προτσές. Δημιουργεί τα όργανά της μέσα στην εργατική τάξη ή
χρησιμοποιεί τα όργανα που υπάρχουν, αντιτάσσοντας ορισμένα στρώματα
εργατών σε άλλα. Στους κόλπους του προλεταριάτου δρουν ταυτόχρονα
διαφορετικά κόμματα. Γι αυτό παραμένει πολιτικά διασπασμένο κατά τη
διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους της ιστορικής του πορείας...
(Τρότσκι, «Και τώρα;»).
Οι κομμουνιστές δεν αποτελούν ένα ξεχωριστό κόμμα, που αντιτίθεται στ άλλα εργατικά κόμματα. Δεν έχουν συμφέροντα που ξεχωρίζουν από τα συμφέροντα του προλεταριάτου στο σύνολό του. Δεν διακηρύσσουν ξεχωριστές αρχές που σύμφωνα μ αυτές θα θέλαν να πλάσουν το εργατικό κίνημα. Οι κομμουνιστές διαφέρουν από τα άλλα εργατικά κόμματα μονάχα κατά τούτο: ότι από τη μια μεριά, στους διάφορους εθνικούς αγώνες των προλετάριων, τονίζουν και επιβάλλουν τα συμφέροντα που είναι κοινά σ όλο το προλεταριάτο κι ανεξάρτητα από την εθνικότητα. Και από την άλλη, ότι στις διάφορες βαθμίδες ανάπτυξης του αγώνα ανάμεσα στο προλεταριάτο και στην αστική τάξη, εκπροσωπούν πάντα τα συμφέροντα του κινήματος στο σύνολό του. Στην πράξη λοιπόν οι κομμουνιστές είναι το πιο αποφασιστικό τμήμα των εργατικών κομμάτων όλων των χωρών, το τμήμα που τα κινεί πάντα προς τα μπρος.
(Μανιφέστο του κομμουνιστικού κόμματος).
(Μανιφέστο του κομμουνιστικού κόμματος).
Η ανοιχτή εκδήλωση των μαζών και των τάξεων στην επανάσταση, άλλαξε την προηγούμενη κατάσταση και ως ένα βαθμό, τον προηγούμενο χαρακτήρα των κομμάτων.
(Λένιν, τ. 17, σελ 357).
(Λένιν, τ. 17, σελ 357).
Στη σημερινή Ρωσία
υπάρχουν δυο αστικές τάξεις.
Η μια αποτελεί ένα
πολύ περιορισμένο στρώμα από ώριμους και υπερώριμους καπιταλιστές, που σαν
οχτωβριστές και σαν καντέτοι, ασχολούνται στην πράξη με το πώς θα μοιραστούν με
τους Πουρισκέβιτς τη σημερινή πολιτική εξουσία, τα τωρινά πολιτικά προνόμια.
Η άλλη αστική τάξη,
αποτελεί ένα πολύ πλατύ στρώμα από τελείως ανώριμους, που τείνουν όμως
δραστήρια να ωριμάσουν, μικρούς και εν μέρει μεσαίους νοικοκυραίους, κυρίως
αγρότες, που στην πράξη είναι υποχρεωμένοι να λύσουν, όχι το ζήτημα των
προνομίων στη σημερινή περίοδο της ιστορίας της Ρωσίας, αλλά το ζήτημα να μην
πεθάνουν απ την πείνα εξαιτίας των Πουρισκέβιτς.
Και αυτό είναι
ακριβώς ένα ζήτημα που αφορά τα ίδια τα θεμέλια της εξουσίας των Πουρισκέβιτς
γενικά, τις πηγές κάθε εξουσίας των Πουρισκέβιτς. Όλη η ιστορία της πολιτικής
απελευθέρωσης της Ρωσίας, είναι ιστορία της πάλης αυτών των δύο αστικών τάσεων.
Η πάλη αυτή δεν
αφήνει καθόλου αδιάφορο το μισθωτό εργάτη. Αντίθετα, αν είναι συνειδητός, τότε
παίρνει μέρος σ αυτή με τον πιο δραστήριο τρόπο, προσπαθώντας να πάρει αυτός
τον αγρότη με το μέρος του, και όχι ο φιλελεύθερος.
(Λένιν, «Φιλελευθερισμός και δημοκρατία», τ. 21, σελ 252).
Οι μοναρχίες του
μεσαίωνα που μετατράπηκαν σε γραφειοκρατικές απολυταρχίες, αποτελούσαν μια
μορφή κράτους που εξυπηρετούσε συγκεκριμένα κοινωνικά συμφέροντα και σχέσεις.
Αλλά αυτό το ίδιο το κράτος απ τη στιγμή που δημιουργήθηκε, απέκτησε τα δικά
του συμφέροντα (δυναστικά, της Αυλής, γραφειοκρατικά), που ήρθαν σε σύγκρουση
όχι μόνο με τα συμφέροντα των κατώτερων, αλλά και με τα συμφέροντα των ανώτερων
τάξεων. Οι κυρίαρχες τάξεις που αποτελούσαν τον αναγκαίο «ενδιάμεσο τοίχο»
ανάμεσα στις μάζες και την κρατική οργάνωση, εξασκούσαν πίεση στο κράτος και
προσπαθούσαν να το κάνουν υπηρέτη των συμφερόντων τους. Αλλά και η κρατική
εξουσία, σαν ανεξάρτητη δύναμη, έβλεπε κι αυτή απ τη δική της σκοπιά, τα
συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων. Ανέπτυσσε αντίσταση στις φιλοδοξίες τους και
προσπαθούσε να τις καθυποτάξει. Η πραγματική ιστορία των σχέσεων ανάμεσα στο
κράτος και τις τάξεις προχωρούσε με ζικ-ζακ που καθορίζονταν κάθε φορά απ το
συσχετισμό των δυνάμεων.
(Τρότσκι: «Αποτελέσματα και προοπτικές»).
Δεν πρέπει κανένας να φαντάζεται ότι οι δημοκρατικοί
αντιπρόσωποι είναι όλοι τους μαγαζάτορες ή ότι λαχταρούν να γίνουν μαγαζάτορες.
Μπορεί εξαιτίας της μόρφωσής τους και της ατομικής θέσης τους, ν απέχουν απ
αυτούς όσο απέχει ο ουρανός από τη γη. Εκείνο που τους κάνει εκπρόσωπους των
μικροαστών είναι ότι το μυαλό τους δεν μπορεί να ξεπεράσει τα όρια που οι ίδιοι
οι μικροαστοί δεν ξεπερνάνε στη ζωή, και ότι συνεπώς, σπρώχνονται θεωρητικά
προς τα ίδια προβλήματα και τις ίδιες λύσεις, όπου το υλικό συμφέρον και η
κοινωνική τους θέση, σπρώχνει πραχτικά τους μικροαστούς. Αυτή είναι γενικά η
σχέση που υπάρχει ανάμεσα στους πολιτικούς και φιλολογικούς εκπροσώπους μιας
τάξης προς την τάξη που εκπροσωπούν.
(Μαρξ, «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη»).
Στην πραγματικότητα οι τάξεις είναι ετερογενείς. Ξεσχίζονται από εσωτερικούς ανταγωνισμούς και φτάνουν στη λύση των κοινών προβλημάτων μόνο μέσα απ την εσωτερική πάλη των τάσεων, των ομάδων και των κομμάτων και με κανένα άλλο τρόπο. Είναι δυνατόν, με ορισμένους όρους, να δεχτεί κανείς πως «ένα κόμμα είναι μέρος μιας τάξης». Αλλά εφόσον μια τάξη έχει πολλά «μέρη» -μερικά κοιτάζουν μπροστά και μερικά πίσω- μια και η ίδια τάξη, μπορεί να δημιουργήσει αρκετά κόμματα. Για τον ίδιο λόγο, ένα κόμμα μπορεί να στηρίζεται πάνω σε μέρη διαφορετικών τάξεων. Σ ολόκληρη την πορεία της πολιτικής ιστορίας δεν πρόκειται να βρεθεί ένα παράδειγμα ενός μονάχα κόμματος που να αντιστοιχεί σε μια τάξη…
(Τρότσκι, Προδομένη επανάσταση, σελ 216).
(Τρότσκι, Προδομένη επανάσταση, σελ 216).
Φυσικά η ταξική
διαίρεση αποτελεί το πιο βαθύ θεμέλιο της διαίρεσης σε πολιτικές ομάδες. Αυτή
σε τελευταία ανάλυση καθορίζει, βέβαια, πάντα τη διαίρεση σε ομάδες. Το βαθύ
όμως αυτό θεμέλιο, αποκαλύπτεται μόνο στο μέτρο που συντελείται η πορεία της
ιστορικής εξέλιξης και στο μέτρο που αναπτύσσεται η συνειδητότητα αυτών που
συμμετέχουν και δημιουργούν αυτή την εξέλιξη. Αυτή η «τελευταία ανάλυση»
πραγματοποιείται μόνο με την πολιτική πάλη, κάποτε σαν αποτέλεσμα μακρόχρονης,
επίμονης πάλης που διαρκεί χρόνια και δεκαετίες, και πότε εκδηλώνεται
θυελλώδικα με τη μορφή διαφόρων πολιτικών κρίσεων και πότε κοπάζει, λες και
σταματάει προσωρινά.
(Λένιν, ταξικη διαίρεση και πολιτικές ομάδες, απ το "Τα καθήκοντα της επαναστατικής νεολαίας", τ. 7, σελ 341).
Η βδομάδα των Σπαρτακιστών το Γενάρη του 1919 στο Βερολίνο, ανήκει στον τύπο των ενδιάμεσων μισοεπαναστάσεων, όπως τα Ιουλιανά στην Πετρούπολη. Από τη δεσπόζουσα θέση του προλεταριάτου στη σύνθεση του γερμανικού έθνους, ιδιαίτερα στην οικονομία του, η εξέγερση του Νοέμβρη παράδωσε αυτόματα την κρατική κυριαρχία σ ένα Συμβούλιο εργατών και στρατιωτών.
Μα το προλεταριάτο πολιτικά ταυτιζότανε με τη σοσιαλδημοκρατία που, η ίδια ταυτιζότανε με το αστικό καθεστώς.
Το ανεξάρτητο κόμμα κρατούσε στη γερμανική επανάσταση τη θέση που ανήκε στη Ρωσία στους σοσιαλεπαναστάτες και στους μενσεβίκους. Κείνο που έλειπε ήταν ένα μπολσεβίκικο κόμμα.
(Τρότσκι, Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης, τόμος 2, σελ 79-80)
Εκτός απ τις ταξικές
διαφορές, στο σχηματισμό των κομμάτων επιδρούν και άλλες διαφορές, λχ
θρησκευτικές, εθνικές κλπ.
(Λένιν, «Οι τρουντοβίκοι και η εργατιική δημοκρατία», τα 21, σελ 280).
Το κόμμα για μας δεν είναι μηχανισμός που το αλάθευτό του προστατεύεται με κυβερνητικά κατασταλτικά μέτρα, μα είναι ένας πολύπλοκος οργανισμός που όπως κάθε ζωντανό πράγμα, αναπτύσσεται μέσα σε αντιφάσεις.
(Τρότσκι, πρόλογος στο «Ιστορία της ρωσικής επανάστασης»).
Είναι σωστό ότι το εσέρικο δόγμα είναι βλαβερό, λαθεμένο, αντιδραστικό,
τυχοδιωκτικό, μικροαστικό. Μα οι ιδιότητες αυτές δεν εμποδίζουν αυτό το
ψευτο-σοσιαλιστικό δόγμα να είναι το ιδεολογικό περικάλυμμα της πραγματικά
επαναστατικής και όχι συμβιβαστικής, αστικής και μικροαστικής τάξης στη Ρωσία.
(Λένιν, τ. 17, σελ 358, «Πως οι σοσιαλεπαναστάτες κάνουν
τον απολογισμό της επανάστασης»).
Το κόμμα αυτό (καντέτοι) δεν συνδέεται με μια οποιαδήποτε
συγκεκριμένη τάξη της αστικής κοινωνίας, όμως είναι πέρα για πέρα αστικό, όσον
αφορά τη σύνθεσή του, το χαρακτήρα του, τα ιδανικά του και γι αυτό ταλαντεύεται
ανάμεσα στη δημοκρατική μικροαστική τάξη και στ αντεπαναστατικά στοιχεία της
μεγαλοαστικής τάξης. Κοινωνικό έρεισμα αυτού του κόμματος είναι, απ τη μια
μεριά, η μάζα των μικροαστών της πόλης, αυτών των ίδιων μικροαστών της πόλης
που έφτιαχναν με ζήλο οδοφράγματα στη Μόσχα στις ένδοξες μέρες του Δεκέμβρη,
και από την άλλη μεριά, ο φιλελεύθερος τσιφλικάς, που με τη μεσολάβηση του
φιλελευθερίζοντος κρατικού λειτουργού τείνει προς τη συναλλαγή με την
απολυταρχία, στο «άκακο» μοίρασμα της εξουσίας ανάμεσα στο λαό και στους κάθε
λογής ελέω θεού καταπιεστές του λαού. Αυτό το εξαιρετικά πλατύ, ακαθόριστο και
εσωτερικά αντιφατικό ταξικό έρεισμα του κόμματος αντικαθρεφτίζεται εξαιρετικά
ανάγλυφα στο πρόγραμμα και στην τακτική των καντέτων. Το πρόγραμμά τους είναι
πέρα για πέρα αστικό, οι καντέτοι δεν μπορούν ούτε να φανταστούν άλλο κοινωνικό
σύστημα από το κεφαλαιοκρατικό, που τα όριά του δεν μπορούν να τα ξεπεράσουν
ούτε οι πιο τολμηρές επιθυμίες τους. Στον τομέα της πολιτικής, το πρόγραμμά
τους συνδυάζει το δημοκρατισμό, τη «λαϊκή ελευθερία» και την αντεπανάσταση, την
ελευθερία καταπίεσης του λαού από την απολυταρχία, και τα συνδυάζει με καθαρά
μικροαστική και δασκαλίστικα σχολαστική λεπτολογία.
Η κρατική εξουσία μοιράζεται περίπου σε τρία μέρη, αυτό
είναι το ιδανικό του καντέτου. Το ένα μέρος ανήκει στην απολυταρχία. Η μοναρχία
παραμένει. Ο μονάρχης διατηρεί ίσα δικαιώματα με τη λαϊκή αντιπροσώπευση, που
«συμφωνεί» μαζί του σχετικά με τους νόμους που πρόκειται να εκδοθούν και του
υποβάλλει για έγκριση τα νομοσχέδιά της. το άλλο μέρος της εξουσίας ανήκει στον
τσιφλικά και στον κεφαλαιοκράτη. Αυτοί παίρνουν την άνω βουλή, απ όπου οι
δευτεροβάθμιες εκλογές και το τίμημα του χρόνου διαμονής στον ίδιο τόπο πρέπει
ν αποδιώχνουν τα στοιχεία του «απλού λαού». Τέλος, το τρίτο μέρος της εξουσίας,
ανήκει στο λαό, που παίρνει την κάτω βουλή με βάση την καθολική, ίση, άμεση και
μυστική ψηφοφορία. Αγαπήσωμεν αλλήλους. Ας είναι και ο λύκος χορτάτος και τα
πρόβατα σωστά. Η υποκρισία αυτής της θέσης των καντέτων χτυπάει στα μάτια. Μα
θα ήταν ολότελα λαθεμένο να εξηγήσουμε αυτή την υποκρισία και αυτή την ψευτιά
με τις προσωπικές ιδιότητες των αρχηγών των καντέτων ή ορισμένων καντέτων. Μια
παρόμοια χυδαία εξήγηση, είναι ολότελα ξένη στο μαρξισμό. Όχι, ανάμεσα στους
καντέτους υπάρχουν αναμφισβήτητα ειλικρινέστατοι άνθρωποι, που πιστεύουν πως το
κόμμα τους είναι κόμμα της «λαϊκής ελευθερίας». Όμως η δισυπόστατη και
ταλαντευόμενη ταξική βάση του κόμματός τους, γεννάει αναπότρεπτα τη διπρόσωπη
πολιτική τους, την ψευτιά και την υποκρισία τους.
(Ο μικροαστός) απομακρυσμένος ολότελα από την οξύτατη
πάλη της εποχής μας, προτιμά και στην πολιτική να παραχωρεί την πρώτη θέση στις
άλλες τάξεις, όταν πρόκειται για πραγματική κατάκτηση του συντάγματος, για την
εξασφάλιση στην πράξη πραγματικού συντάγματος. Αυτή είναι η έμφυτη τάση της
αστικής τάξης, και το κόμμα των καντέτων, αυτή η ραφιναρισμένη, εξευγενισμένη,
εξαγνισμένη, αρωματισμένη, εξιδανικευμένη, ζαχαρωμένη προσωποποίηση των
επαναστατικών τάσεων, δρα προς αυτή την κατεύθυνση με αξιοθαύμαστη σταθερότητα.
Οι καντέτοι δεν είναι κόμμα, αλλά μια συμπτωματική
κατάσταση. Δεν είναι πολιτική δύναμη, αλλά αφρός, που γεννιέται απ τη σύγκρουση
αντιμαχόμενων δυνάμεων, που λίγο-πολύ η μια αντισταθμίζει την άλλη.
Το κόμμα αυτό δεν θέλει και δεν μπορεί να εξουσιάζει
κάπως σταθερά στην αστική κοινωνία γενικά, δεν θέλει και δεν μπορεί να οδηγεί σε
κάποιον καθορισμένο δρόμο την αστικοδημοκρατική επανάσταση. Οι καντέτοι δεν
θέλουν να κυριαρχούν, προτιμώντας «να βρίσκονται στην υπηρεσία» της μοναρχίας
και της άνω βουλής! Δεν μπορούν να εξουσιάζουν γιατί τα πραγματικά αφεντικά της
αστικής κοινωνίας, οι διάφοροι Σίποφ και Γκουτσκόφ, οι εκπρόσωποι του μεγάλου
κεφαλαίου και της μεγάλης ιδιοκτησίας, στέκουν παράμερα απ αυτό το κόμμα. Οι
καντέτοι είναι κόμμα που ονειροπολεί λευκή, αγνή, ομαλή, «ιδανική» αστική
κοινωνία. Συσπειρώνουν γύρω τους όλους, όλο το «λαό» μόνο πάνω στη βάση των
συνταγματικών αυταπατών, ενώνουν μόνο με αρνητικούς δεσμούς: με το μίσος
ενάντια στο παραχορτασμένο θεριό, την απολυταρχική κυβέρνηση, που ενάντιά της,
αριστερότερα απ όλους στη δοσμένη «νόμιμη» βάση, στέκουν σήμερα οι καντέτοι.
(Λένιν, τ. 12, «Η νίκη των καντέτων και τα καθήκοντα του
εργ κόμματος»).
Τα δικά μας συνθήματα τακτικής συμπίπτουν με τα συνθήματα της λαοκρατικά-επαναστατικής και δημοκρατικής αστικής τάξης. Η αστική αυτή τάξη και η μικροαστική τάξη δεν έχουν ακόμα συγκροτηθεί σ ένα μεγάλο λαϊκό κόμμα στη Ρωσία*.
Οι «σοσιαλιστές-επαναστάτες» είναι μάλλον μια τρομοκρατική διανοουμενίστικη ομάδα, παρά το έμβρυο ενός τέτοιου κόμματος, αν και η αντικειμενική σημασία της δράσης αυτής της ομάδας συνοψίζεται ακριβώς στην εκπλήρωση των καθηκόντων της επαναστατικής και δημοκρατικής αστικής τάξης.
(Λένιν, «Δυο τακτικές της σοσιαλδημοκρατίας στη δημοκρατική επανάσταση»).
Πίσω απ τον φθαρμένο τίτλο της Ένωσης Κέντρου,
συγκεντρώνονταν οι νέες δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας.
Γ. Καραμπελιάς, "Ιουλιανά ΄65, Μετά 20 έτη",
σελ. 82
Ο καπιταλισμός δεν θα ήταν καπιταλισμός, αν το «καθαρό»
προλεταριάτο δεν ήταν περιτριγυρισμένο από ένα σωρό εξαιρετικά πολύμορφους
μεταβατικούς τύπους, από τον προλετάριο ως τον μισοπρολετάριο, από τον
μισοπρολετάριο ως τον μικροαγρότη κλπ, αν μέσα στο ίδιο το προλεταριάτο δεν
υπήρχαν διαιρέσεις σε περισσότερο και λιγότερο ανεπτυγμένα στρώματα, διαιρέσεις
τοπικές, επαγγελματικές, κάποτε θρησκευτικές κλπ. Απ όλα αυτά απορρέει η
απόλυτη ανάγκη για την πρωτοπορία του προλεταριάτου, να καταφεύγει σε ελιγμούς,
σε συμφωνίες, σε συμβιβασμούς με τις διάφορες ομάδες των προλετάριων, με τα
διάφορα κόμματα των εργατών και των μικρονοικοκυρέων. Όλο το πρόβλημα είναι να
ξέρεις να εφαρμόζεις αυτή την τακτική, έτσι που να ανεβάζεις και όχι να
χαμηλώνεις το γενικό επίπεδο της προλεταριακής συνειδητότητας, της
επαναστατικότητας και της ικανότητας για τον αγώνα και τη νίκη.
Οι μικροαστοί δημοκράτες ταλαντεύονται αναπόφευκτα
ανάμεσα στην αστική τάξη και στο προλεταριάτο. Η σωστή τακτική των κομμουνιστών
πρέπει να συνίσταται στο να εκμεταλλεύονται αυτές τις ταλαντεύσεις, και όχι να
τις αγνοούν. Η εκμετάλλευσή τους, απαιτεί υποχωρήσεις απέναντι στα στοιχεία
εκείνα που προσανατολίζονται, από τη στιγμή και στο μέτρο που προσανατολίζονται,
προς το προλεταριάτο, παράλληλα με τον αγώνα ενάντια σε εκείνους που
προσανατολίζονται προς την αστική τάξη.
Να δένουμε προκαταβολικά τα χέρια μας, να λέμε ανοιχτά
στον εχθρό, που τώρα είναι καλύτερα εξοπλισμένος από μας, αν θα τον πολεμήσουμε
και πότε, είναι ανοησία και όχι επαναστατισμός. Να δεχόμαστε τη μάχη, όταν αυτό
συμφέρει ολοφάνερα στον αντίπαλο και όχι σε μας, είναι έγκλημα, και δεν αξίζουν
πεντάρα οι πολιτικοί ηγέτες της επαναστατικής τάξης, που δεν ξέρουν να κάνουν
«ελιγμούς, συμφωνίες, συμβιβασμούς» για ν αποφύγουν μια μάχη κατάφωρα ασύμφορη.
(Λένιν, τ. 41, σελ. 53-62, «Ο αριστερισμός»).
Μα ο δημοκράτης επειδή αντιπροσωπεύει τη μικροαστική
τάξη, δηλ μια μεταβατική τάξη που μέσα σ αυτή αμβλύνονται ταυτόχρονα τα
συμφέροντα δύο τάξεων, φαντάζεται πως βρίσκεται πάνω απ την ταξική αντίθεση. Οι
δημοκράτες αναγνωρίζουν ότι απέναντί τους στέκεται μια προνομιούχα τάξη, αυτοί
όμως μαζί με όλο το υπόλοιπο έθνος, αποτελούν το λαό. Γι αυτό δεν έχουν ανάγκη
σε έναν επικείμενο αγώνα να εξετάσουν τα συμφέροντα και τις σχέσεις των
διαφόρων τάξεων. Δεν έχουν ανάγκη να ζυγίσουν με πολύ μεγάλη λεπτολογία τα μέσα
τους. νομίζουν πως δεν έχουν παρά να δώσουν το σύνθημα, και ο λαός με όλα τα
ανεξάντλητα μέσα του θα ριχτεί πάνω στους καταπιεστές.
Κι αν στην πραγματοποίησή του αποδειχτεί ότι τα
συμφέροντά τους ήταν δίχως ενδιαφέρον, και η δύναμή τους αδυναμία, τότε φταίνε
γι αυτό είτε ολέθριοι σοφιστές, που διαιρούν τον αδιαίρετο λαό σε διάφορα
εχθρικά στρατόπεδα, είτε ο στρατός ήταν τόσο αποχτηνωμένος και αποτυφλωμένος,
που δεν μπορούσε να νιώσει τους καθαρούς σκοπούς της δημοκρατίας σαν δικό του
καλό, είτε μια λεπτομέρεια στην εκτέλεση έκανε ν αποτύχει το σύνολο, είτε τέλος
μια απρόβλεπτη σύμπτωση έγινε αιτία να χαθεί αυτή τη φορά το παιχνίδι. Πάντως ο
δημοκράτης βγαίνει απ την πιο επαίσχυντη ήττα τόσο άσπιλος, όσο αθώος ήταν όταν
μπήκε στη μάχη με τη νεοαποχτημένη πεποίθηση ότι πρέπει να νικήσει, όχι γιατί
αυτός και το κόμμα του θα χρειαστεί να εγκαταλείψουν την παλιά τους άποψη, μα
αντίστροφα γιατί οι συνθήκες πρέπει να ωριμάσουν προς τη δική του κατεύθυνση.
(Μάρξ, «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη»).]
Περισσότερα
στο "Τακτική και στρατηγική για την κοινωνική αλλαγή"
(7)
Περί
σοσιαλισμού
ΡΟΖΑ
ΛΟΥΞΕΝΜΠΟΥΡΓΚ ΡΩΣΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
"Οι
ίδιοι οι μπολσεβίκοι με το χέρι στην καρδιά δεν θα μπορούσαν ν αρνηθούν ότι
υποχρεώθηκαν να προχωρούν βήμα προς βήμα, να ψηλαφούν, να σχεδιάζουν, να
πειραματίζονται, να δοκιμάζουν με κάθε έννοια και ότι ένα μεγάλο μέρος απ τα
μέτρα που έλαβαν δεν είναι μαργαριτάρια.
Έτσι λοιπόν
γίνονται τα πράγματα και έτσι θα συμβεί σ όλους εμάς όταν βρεθούμε σε ανάλογες
περιστάσεις.
Η σιωπηρή
προϋπόθεση της θεωρίας του Λένιν και του Τρότσκι για τη δικτατορία είναι ότι η
σοσιαλιστική μεταμόρφωση είναι ένα πράγμα, για το οποίο το επαναστατικό κόμμα
έχει τη συνταγή πανέτοιμη στην τσέπη του και δεν έχει να κάνει τίποτε άλλο παρά
να την εφαρμόσει με ενεργητικότητα.
Η πρακτική
πραγματοποίηση του σοσιαλισμού σαν οικονομικού, κοινωνικού και νομικού
συστήματος, μακριά απ το ν αποτελεί ένα σύνολο από έτοιμες συνταγές, που δεν θα
είχε κανένας παρά να τις εφαρμόσει, είναι μια υπόθεση που βρίσκεται ολότελα
στην ομίχλη του μέλλοντος.
Εκείνο που
εμείς κατέχομε στο πρόγραμμά μας, είναι μόνο μερικοί γενικοί δείκτες, που
σημειώνουν την κατεύθυνση προς την οποία πρέπει ν αναζητηθούν τα μέτρα, που εξ
άλλου έχουν χαρακτήρα προ παντός αρνητικό. Ξέρουμε πάνω κάτω τι πρέπει να
καταργήσουμε για ν ανοίξουμε το δρόμο προς τη σοσιαλιστική οικονομία.
Τι λογής
όμως θα είναι τα χίλια δυο συγκεκριμένα μεγάλα ή μικρά πρακτικά μέτρα που
χρειάζονται για να μπουν σοσιαλιστικά θεμέλια στην οικονομία, στο δίκαιο, σε
όλες τις κοινωνικές σχέσεις, αυτό δεν το λέει κανένα κομματικό πρόγραμμα και
κανένα σοσιαλιστικό εγχειρίδιο.
Το
σοσιαλιστικό κοινωνικό σύστημα δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι παρά μόνο
ιστορικό προϊόν, γεννημένο απ τη σχολή της πείρας κατά την ώρα των
πραγματοποιήσεων απ την πορεία της ζωντανής ιστορίας, που όμοια με την οργανική
φύση, έχει πάντα την καλή συνήθεια να δημιουργεί μαζί με μια πραγματική ανάγκη
και τα μέσα για την ικανοποίησή της.
Αν έτσι
έχουν τα πράγματα, τότε είναι φανερό ότι ο σοσιαλισμός απ τη φύση του την ίδια,
δεν μπορεί να παραχωρηθεί, δεν μπορεί να εγκαθιδρυθεί με ουκάζια.
Το αρνητικό
μέρος, την καταστροφή, μπορεί κανείς να το διατάξει. Το θετικό, την
ανοικοδόμηση, ΟΧΙ.
Η πρακτική
του σοσιαλισμού απαιτεί μια πλήρη πνευματική μεταμόρφωση των ξεπεσμένων, από
αιώνες αστικής κυριαρχίας, μαζών. Πρέπει να μπουν κοινωνικά ένστικτα στη θέση
των εγωϊστικών, μαζική πρωτοβουλία στη θέση της αδράνειας, ιδεαλισμός που
ξεπερνάει όλα τα πάθη.
Αυτό
κανένας δεν το ξέρει καλύτερα απ τον Λένιν, δεν το τονίζει πειστικότερα απ τον
Λένιν. Μόνο που πέφτει ολότελα έξω στα μέσα.
Διατάγματα,
δικτατορική εξουσία των επιθεωρητών στα εργοστάσια, δρακόντειες ποινές,
τρομοκρατία, όλα αυτά είναι μέσα που εμποδίζουν αυτή την αναγέννηση.
Ο μοναδικός
δρόμος προς αυτή, είναι το σχολείο της δημόσιας ζωής, η απεριόριστη και όσο το
δυνατόν πλατύτερη δημοκρατία, η κοινή γνώμη. Η τρομοκρατία είναι αυτή που
διαφθείρει.
Ο Λένιν και
ο Τρότσκι εγκατέστησαν στη θέση των αντιπροσωπευτικών σωμάτων, που βγαίνουν από
γενικές λαϊκές εκλογές, τα σοβιέτ σαν μοναδική πραγματική αντιπροσώπευση των
εργαζόμενων μαζών.
Αλλά
πνίγοντας την πολιτική ζωή σ όλη τη χώρα, είναι μοιραίο να παραλύει όλοένα και
περισσότερο η ζωή μέσα σ αυτά τα ίδια τα σοβιέτ. Χωρίς γενικές εκλογές,
απεριόριστη ελευθερία του τύπου και των συγκεντρώσεων, ελεύθερη πάλη των ιδεών,
η ζωή ξεψυχάει μέσα σ όλους τους δημόσιους θεσμούς, γίνεται μια ζωή επιφανειακή
όπου η γραφειοκρατία μένει το μόνο ενεργό στοιχείο. Απ το νόμο αυτό κανένας δεν
μπορεί να ξεφύγει. Η δημόσια ζωή σιγά-σιγά βυθίζεται στον ύπνο, μερικές
δωδεκάδες αρχηγών του κόμματος με ανεξάντλητη ενεργητικότητα και απεριόριστο
ιδεαλισμό, διευθύνουν και κυβερνούν. Η διεύθυνση είναι πραγματικά στα χέρια
μιας μόνο δωδεκάδας εξαιρετικών εγκεφάλων και από καιρό σε καιρό συγκαλείται
μια αριστοκρατία της εργατικής τάξης στις συγκεντρώσεις για να χειροκροτήσει
τους λόγους των αρχηγών και να ψηφίσει ομόφωνα τις αποφάσεις που της
προτείνουν. Υπάρχει λοιπόν στο βάθος μια κυβέρνηση κλίκας, μια δικτατορία είναι
αλήθεια, όχι όμως η δικτατορία του προλεταριάτου, όχι: η δικτατορία μιας
χούφτας πολιτικών, δηλ μια δικτατορία με αστική έννοια, με την έννοια της
γιακωβίνικης κυριαρχίας.
Η κοινωνική
εξαχρείωση θα είναι επίσης αναπόφευκτη σε μας στη Γερμανία όπως και παντού. Το
λούμπεν προλεταριάτο είναι ένα στοιχείο συμφυές με την αστική κοινωνία και δεν
μπορεί να ξεχωριστεί απ αυτήν. Αποδείξεις: 1. Οι λεηλασίες των
"κοζάκων" στην ανατολική Πρωσία. 2. Το γενικό ξέσπασμα αρπαγών και
κλοπών στη Γερμανία. 3. Η γρήγορη εξαχρείωση των αρχηγών των συνδικάτων.
Εναντίον αυτών τα δρακόντεια μέτρα της τρομοκρατίας είναι ανίσχυρα. Αντίθετα,
αυτά διαφθείρουν ακόμη περισσότερο. Το μοναδικό αντίδοτο εναντίον του
δηλητηρίου είναι ο ιδεαλισμός και η κοινωνική δραστηριότητα των μαζών, η
απεριόριστη πολιτική ελευθερία.
Το βασικό
λάθος της θεωρίας των Λένιν-Τρότσκι είναι ότι ακριβώς όπως και ο Κάουτσκι,
αντιθέτουν τη δικτατορία προς τη δημοκρατία. "Δημοκρατία ή
δικτατορία", έτσι μπαίνει το ερώτημα τόσο για τους μπολσεβίκους όσο και
για τον Κάουτσκι.
Είναι δύο
αντίθετοι πόλοι που όμως είναι και οι δύο το ίδιο μακριά απ την πραγματική
σοσιαλιστική πολιτική.
Το
προλεταριάτο σαν πάρει την εξουσία, δεν θα μπορούσε ποτέ, σύμφωνα με την καλή
συμβουλή του Κάουτσκι, να παραιτηθεί απ τη σοσιαλιστική μεταβολή με το πρόσχημα
ότι "η χώρα δεν είναι ώριμη" και να περιοριστεί μόνο στη δημοκρατία,
χωρίς να προδώσει τον εαυτό του, τη Διεθνή και την Επανάσταση. Έχει καθήκον και
υποχρέωση να πάρει αμέσως με τον πιο ενεργητικό, πιο αμείλικτο και πιο βίαιο
τρόπο, σοσιαλιστικά μέτρα και ν ασκήσει συνεπώς δικτατορία, αλλά δικτατορία της
τάξης, όχι ενός κόμματος ή μιας κλίκας, δικτατορία της τάξης, δηλ μέσα στην πιο
πλατιά δημοκρατία με την πιο ενεργό και ανεμπόδιστη συμμετοχή των λαϊκών μαζών,
μέσα σε μια απεριόριστη δημοκρατία.
Ότι δεν
υπήρξαμε ποτέ ειδωλολάτρες της τυπικής δημοκρατίας, σημαίνει μόνο πως κάναμε
πάντα διάκριση ανάμεσα στο κοινωνικό βάθος και στην πολιτική μορφή της αστικής
δημοκρατίας, ξεσκεπάζαμε πάντα τον σκληρό πυρήνα της ανισότητας και της
κοινωνικής δουλείας που κρυβόταν κάτω απ το γλυκό περίβλημα της τυπικής
ισότητας και ελευθερίας, όχι για ν απορρίψουμε αυτές τις τελευταίες, αλλά για
να συνηθίσουμε την εργατική τάξη να μην ικανοποιείται με το περίβλημα, αλλά να
κατακτήσει την πολιτική εξουσία, για να το γεμίσει με νέο κοινωνικό
περιεχόμενο.
Η ιστορική
αποστολή του προλεταριάτου είναι, όταν φτάσει στην εξουσία, να δημιουργήσει στη
θέση της αστικής δημοκρατίας, τη σοσιαλιστική δημοκρατία, και όχι να
καταστρέψει κάθε δημοκρατία. Η σοσιαλιστική δημοκρατία όμως δε αρχίζει απ τη γη
της επαγγελίας, αφού δημιουργηθεί πρώτα το υπόβαθρο της σοσιαλιστικής
οικονομίας, σαν ένα έτοιμο χριστουγεννιάτικο δώρο προς τον καλό λαό, που στο
μεταξύ υποστήριξε τη χούφτα των σοσιαλιστών δικτατόρων. Η σοσιαλιστική
δημοκρατία αρχίζει ταυτόχρονα με το έργο της κατάλυσης της ταξικής κυριαρχίας
και της οικοδόμησης του σοσιαλισμού, απ τη στιγμή της κατάληψης της εξουσίας απ
το σοσιαλιστικό κόμμα. Αυτή δεν είναι τίποτε άλλο απ τη δικτατορία του
προλεταριάτου. Ναι, ναι, δικτατορία. Αλλά αυτή η δικτατορία έγκειται στον τρόπο
εφαρμογής της δημοκρατίας και όχι στην κατάλυσή της, στην ενεργητική,
αποφασιστική επέμβαση στις νομικές και οικονομικές σχέσεις της αστικής
κοινωνίας, που χωρίς αυτή την επέμβαση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί ο
σοσιαλιστικός μετασχηματισμός. Ακόμη αυτή η δικτατορία πρέπει να είναι το έργο
της τάξης και όχι μιας μικρής μειοψηφίας που διευθύνει εν ονόματι της τάξης. Με
άλλα λόγια πρέπει να προχωρεί ανάλογα με την ενεργό συμμετοχή των μαζών, να
παραμένει κάτω απ την άμεση επίδρασή τους, να υποτάσσεται στον έλεγχο ολόκληρου
του λαού και να είναι προϊόν της αυξανόμενης πολιτικής διαπαιδαγώγησης των
λαϊκών μαζών".
(Λένιν,
τ. 34, σελ. 374-376).
...είναι
γελοίο να πετάμε το πρόγραμμα-μίνιμουμ, που είναι απαραίτητο όσο ζούμε ακόμη
στα πλαίσια του αστικού καθεστώτος...
Πάρτε το
πρόγραμμα-μίνιμουμ στον πολιτικό τομέα. Το πρόγραμμα αυτό έχει υπόψη του την
αστική δημοκρατία. Προσθέτουμε ότι δεν περιοριζόμαστε στα πλαίσιά της, αλλά
αγωνιζόμαστε για να περάσουμε αμέσως στη δημοκρατία των Σοβιέτ, δημοκρατία
ανώτερου τύπου.
Σε καμιά
περίπτωση δεν επιτρέπεται να πετάμε το πρόγραμμα-μίνιμουμ γιατί, πρώτο, δεν
υπάρχει ακόμη δημοκρατία των Σοβιέτ, δεύτερο, δεν αποκλείεται η δυνατότητα να
γίνουν "προσπάθειες παλινόρθωσης". Τις προσπάθειες αυτές πρέπει πρώτα
να τις ξεπεράσουμε και να τις κατανικήσουμε. Τρίτο, κατά το πέρασμα από το
παλιό στο καινούργιο μπορεί να έχουμε προσωρινούς "συνδυασμένους τύπους",
λογουχάρη, και Δημοκρατία των Σοβιέτ και Συντακτική Συνέλευση. Ας ξεπεράσουμε
πρώτα όλα αυτά, κι έπειτα έχουμε καιρό να πετάξουμε το πρόγραμμα-μίνιμουμ.
Το ίδιο
και στον οικονομικό τομέα. Είμαστε όλοι σύμφωνοι πως ο φόβος να τραβήξουμε προς
το σοσιαλισμό είναι η μεγαλύτερη προστυχιά και προδοσία της υπόθεσης του
προλεταριάτου. Είμαστε όλοι σύμφωνοι πως τα βασικά μέτρα ανάμεσα στα πρώτα στο
δρόμο αυτό, πρέπει να είναι η εθνικοποίηση των τραπεζών και των καπιταλιστικών
συνδικάτων. Ας πραγματοποιήσουμε πρώτα αυτά και άλλα τέτοια μέτρα, και τότε θα
δούμε. Τότε θα δούμε καλύτερα, γιατί η πρακτική πείρα, που αξίζει ένα
εκατομμύριο φορές περισσότερο από τα καλύτερα προγράμματα, θα πλατύνει
απεριόριστα τον ορίζοντά μας. Είναι δυνατό, και μάλιστα πιθανό, και μάλιστα
αναμφισβήτητο, ότι χωρίς τους μεταβατικούς "συνδυασμένους
τύπους" δεν θα τα βγάλουμε πέρα κι
εδώ. Λ.χ. τα μικρά νοικοκυριά με έναν-δύο μισθωτούς εργάτες, δεν μπορούμε
με το πρώτο ούτε να τα εθνικοποιήσουμε, ούτε να τα βάλουμε κάτω από πραγματικό
εργατικό έλεγχο.
...να
προχωρούμε τώρα παραπέρα, να καταπιανόμαστε με τη συγκεκριμενοποίηση των
διαφόρων μέτρων, δεν είναι, μου φαίνεται σκόπιμο. Ύστερα από τα βασικά μέτρα
νέου τύπου, ύστερα από την εθνικοποίηση των τραπεζών, ύστερα από την καθιέρωση
του εργατικού ελέγχου, πολλά πράγματα θα φαίνονται καλύτερα και η πείρα θα
υπαγορεύσει ένα σωρό καινούργια πράγματα, γιατί η πείρα αυτή θα είναι πείρα
εκατομμυρίων, πείρα οικοδόμησης ενός νέου οικονομικού καθεστώτος με τη
συνειδητή συμμετοχή εκατομμυρίων.
Εννοείται
πως είναι πολύ χρήσιμη δουλειά να σκιαγραφείται σε άρθρα, μπροσούρες, λόγους,
το καινούργιο, να παρουσιάζονται σχέδια, να δίνεται η εκτίμησή τους, να
δουλεύεται η τοπική και η επιμέρους πείρα των διάφορων Σοβιέτ ή επιτροπών
εφοδιασμού κλπ. Θα ήταν όμως πρόωρο να περιληφθούν υπερβολικές λεπτομέρειες στο
πρόγραμμα και μπορεί ακόμη και να μας βλάψει, δένοντας τα χέρια μας με τις
λεπτομέρειες. Μα τα χέρια μας πρέπει να τα έχουμε ελεύθερα για να
δημιουργήσουμε με περισσότερη δύναμη το καινούργιο, όταν μπούμε ολοκληρωτικά στον
καινούργιο δρόμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου