Η ψευδοέννοια
(απ το βιβλίο του Βιγκότσκι «Σκέψη και γλώσσα»).
Προϊόν σκέψης του παιδιού που
μοιάζει με του ενηλίκου, αλλά έχει προκύψει από άλλου είδους νοητικές πράξεις.
Συμπίπτει εξωτερικά με τις
σημασίες των λέξεων των ενηλίκων, εσωτερικά όμως διαφέρει ριζικά απ αυτές.
Το προϊόν (ψευδοέννοια) συμπίπτει
πρακτικά με τη γενίκευση που θα μπορούσε να προκύψει απ την εννοιολογική σκέψη.
Η σκέψη τους (του παιδιού και του
ενηλίκου) συναντιέται στις συμπίπτουσες συμπλεκτικές έννοιες.
Το ίδιο πράγμα εντάσσεται σε
διαφορετικά συμπλέγματα, και παίρνει διαφορετικά ονόματα, ανάλογα με τα
συμπλέγματα στα οποία ανήκει.
Ένα πράγμα συμμετέχει σε
περισσότερα συμπλέγματα και χαρακτηρίζεται με περισσότερα ονόματα.
Λέξη = οικογενειακό όνομα όμοιων
συγκεκριμένων πραγμάτων (πραγματική συγγένεια).
Σχιζοφρενείς: πλούσια χρήση
εικόνων και συμβόλων.
Διαφορετικά πράγματα σε μια
σημασία.
Διαφορετικές οι σημασίες σ ένα
πράγμα.
Οι λέξεις του παιδιού παραπέμπουν
στο ίδιο πράγμα με τις λέξεις των
ενηλίκων. Δεν συμπίπτουν σημασιολογικά.
Το παιδί σκέφτεται το ίδιο
περιεχόμενο με άλλο τρόπο, με τη βοήθεια άλλων νοητικών πράξεων.
Η σημασία της λέξης στην
κυριολεξία πρέπει να διαχωριστεί απ την περιεχόμενη στη λέξη υποδήλωση του
αντικειμένου.
Μια λέξη μεταβάλλει τη σημασία
της κατά την εξέλιξή της, με τον ίδιο τρόπο όπως στο παιδί.
Στην ιστορία της εξέλιξης της
λέξης, βρίσκουμε μεταβιβάσεις σημασιών που βασίζονται στο μηχανισμό της
συμπλεκτικής σκέψης.
Στην ιστορία της γλώσσας
παρατηρούμε μια συνεχή διαμάχη ανάμεσα στην εννοιολογική σκέψη και στη
συμπλεκτική σκέψη.
Η λειτουργία της λέξης εδώ δεν
είναι σημαίνουσα, σημασιοδοτική. Η λέξη ασκεί εδώ μια κατονομαστική, δεικτική
λειτουργία.
Όταν το παιδί και ο ενήλικας
προφέρουν την ίδια λέξη, τη συνδέουν με το ίδιο πρόσωπο ή πράγμα, πχ τον
Ναπολέοντα, αλλά ο ένας τον σκέφτεται σαν τον νικητή της Ιένας, και ο άλλος σαν
τον ηττημένο του Βατερλώ.
Το παιδί καταλαβαίνει τον εαυτό
του με τη βοήθεια της γλώσσας, διαφορετικά απ ότι τον καταλαβαίνει ο ενήλικας
με τη βοήθεια της ίδιας γλώσσας.
Η νόηση του ενήλικα είναι μεν
ικανή να σχηματίζει έννοιες και να κάνει μ αυτές λογικές πράξεις, όμως κάθε
άλλο παρά κυριαρχείται ολότελα απ αυτές τις πράξεις.
Στην καθαρά εποπτική σκέψη
υπάρχουν ιδιαίτερες γενικεύσεις ή συνεννώσεις εικόνων, που είναι συγκεκριμένα
ανάλογα εννοιών ή εποπτικές έννοιες.
Στη σκέψη του ενήλικα παρατηρούμε
συχνά τη μετάβαση απ την εννοιολογική, στη συγκεκριμένη, συμπλεκτική σκέψη, στη
μεταβατική σκέψη.
Οι ψευδοέννοιες δεν ανήκουν
αποκλειστικά στην παιδική σκέψη, και στη δική μας καθημερινή ζωή, η σκέψη πολύ
συχνά επιτελείται με ψευδοέννοιες.
Απ την οπτική γωνία της
διαλεκτικής λογικής, οι έννοιες της καθημερινής μας ζωής δεν αποτελούν έννοιες
στην κυριολεξία. Είναι περισσότερο γενικές παραστάσεις για τα πράγματα.
Αποτελούν ένα μεταβατικό στάδιο απ τα συμπλέγματα και τις ψευδοέννοιες, στις
γνήσιες έννοιες.
Στη γλώσσα των κωφαλάλων, η
σημασιοδοτική λειτουργία και η εμπράγματη αναφορά, είναι από φυσική άποψη,
χωρισμένες (οι δυο λειτουργίες της γλώσσας). Πχ. Δόντι (σημαίνει άσπρο, πέτρα και
δόντι). (δείχνει το δόντι και δείχνει την επιφάνειά του ή κάνει την κίνηση της
ρήψης).
Δεν συμπίπτει η σειρά των
επιμέρους σταδίων και φάσεων μέσα σε κάθε βαθμίδα, με την πραγματική πορεία της
εξέλιξης.
Η έννοια δεν προϋποθέτει μόνο την
συνέννωση και τη γενίκευση των ξεχωριστών συγκεκριμένων εμπειρικών στοιχείων,
αλλά και την απόσπαση, την αφαίρεση και την απομόνωση των επιμέρους στοιχείων,
δηλ την ικανότητα της θεώρησης των στοιχείων έξω απ τη συγκεκριμένη σύνδεση με
την οποία μας είναι δοσμένα στην εμπειρία.
Η γνήσια έννοια στηρίζεται εξίσου
στην ανάλυση και στη σύνθεση.
Μια έννοια δημιουργείται όταν μια
σειρά γνωρισμάτων αποσπασμένων αφαιρετικά, επανασυντίθεται και η συγκροτούμενη
έτσι αφηρημένη σύνθεση, γίνεται η κύρια μορφή της νόησης.
Η λέξη είναι ένα σημείο. Αυτό
μπορεί να χρησιμοποιηθεί ποικιλότροπα. Μπορεί να χρησιμεύσει σαν μέσο για
διαφορετικές νοητικές πράξεις.
Οι διάφορες γενετικές μορφές
εξέλιξης της σκέψης, υφίστανται παράλληλα.
Η ύπαρξη μιας έννοιας και η
συνείδηση αυτής της έννοιας, δεν συμπίπτουν, ούτε αναφορικά με τη στιγμή της
γέννησής της, ούτε αναφορικά με τη λειτουργία τους. Η πρώτη μπορεί να
εμφανιστεί πρωτύτερα και να ενεργεί ανεξάρτητα απ τη δεύτερη. Η ανάλυση της
πραγματικότητας με τη βοήθεια εννοιών, δημιουργείται σημαντικά νωρίτερα, απ την
ανάλυση των ίδιων των εννοιών.
Απόκλιση λέξης και πράξης κατά το
σχηματισμό των εννοιών.
Ο έφηβος χρησιμοποιεί τη λέξη σαν
έννοια, αλλά την ορίζει σαν σύμπλεγμα.
Το παιδί στην αρχή χρησιμοποιεί
γενικές έννοιες.
Η εξέλιξη της παράστασης γίνεται
στο παιδί απ το αδιαφοροποίητο προς το διαφοροποιημένο.
Σχηματισμός εννοιών: περίπλοκη
διαδικασία της κίνησης της σκέψης, που μεταβαίνει συνεχώς απ το γενικό στο
μερικό και απ το μερικό στο γενικό.
Η παράσταση και η κρίση ενεργούν
εκ παραλλήλου κατά το σχηματισμό τ ων εννοιών.
Η χρησιμοποίηση γενικών λέξεων,
καθόλου δεν προϋποθέτει ακόμα, μια εξίσου πρώϊμη κατοχή αφηρημένων εννοιών (δεν
σημαίνουν το ίδιο πράγμα).
Το παιδί που χρησιμοποιεί
αφηρημένες λέξεις, σκέφτεται το αντίστοιχο αντικείμενο, εξαιρετικά
συγκεκριμένα.
Η έννοια υφίσταται πάντα, μόνο
μέσα στη γενική δομή της κρίσης, σαν ένα αδιαχώριστο τμήμα της.
Η κρίση γεννιέται στο παιδί, πριν
απ τις μεμονωμένες και αποσπασμένες απ αυτήν, έννοιες.
Η έννοια δεν μπορεί να είναι
καθαρό προϊόν συνειρμού.
Ο σχηματισμός των εννοιών
πραγματοποιείται κατά τη διαδικασία της επίλυσης ενός προβλήματος. Μόνο σαν
αποτέλεσμα της επίλυσης αυτού του προβλήματος, προκύπτει έννοια.
Κάθε σημασία λέξης σε κάθε
ηλικία, συνιστά μια γενίκευση.
Οι σημασίες των λέξεων
αναπτύσσονται. Η ουσία της εξέλιξης της σημασίας συνίσταται κυρίως στη μετάβαση
απ τη μια δομή γενίκευσης, στην άλλη.